Βιταμίνη D

Στους ανθρώπους, οι πιο σημαντικές ενώσεις σε αυτή την ομάδα είναι η βιταμίνη D3 και η βιταμίνη D2 (εργοκαλσιφερόλη). Η χολοκαλσιφερόλη και εργοκαλσιφερόλη μπορεί να προσλαμβάνεται από τη διατροφή και από συμπληρώματα. Πολύ λίγες τροφές περιέχουν βιταμίνη D (η σύνθεση της βιταμίνης D ειδικά της χολοκαλσιφερόλης στο δέρμα είναι η κύρια φυσική πηγή της βιταμίνης). Η σύνθεση βιταμίνης D από χοληστερόλη εξαρτάται από την έκθεση στον ήλιο (ειδικά στην ακτινοβολία UVB).1

Η πρώτη εμφάνιση της βιταμίνης D2 έγινε περίπου το 1923, όταν Βρετανοί επιστήμονες μελετούσαν το μουρουνέλαιο και τις θεραπευτικές ιδιότητες που είχε στη ραχίτιδα. Ωστόσο, δύο χρόνια αργότερα Γερμανός επιστήμονας ανακάλυψε πως αν η 7-διυδροχοληστερόλη εκτεθεί σε ηλιακό φως μετασχηματίζεται στη γνωστή πλέον σε εμάς D3 .

Οι έρευνες που έγιναν τις επόμενες δεκαετίες μάς έδειξαν ότι ο περαιτέρω μεταβολισμός της βιταμίνης D οδηγεί σε ενεργές μορφές. Στο ήπαρ, η βιταμίνη D βρέθηκε να μετατραπεί σε καλσιφεδιόλη. Η καλσιφεδιόλη στη συνέχεια μετατρέπεται από τα νεφρά σε καλσιτριόλη, τη βιολογικά δραστική μορφή της βιταμίνης D. Η καλσιτριόλη κυκλοφορεί ως ορμόνη στο αίμα, ρυθμίζει τη συγκέντρωση του ασβεστίου και φωσφόρου στην κυκλοφορία του αίματος και την προώθηση της υγιούς ανάπτυξης και της αναδιαμόρφωσης των οστών.

Οι δύο ενεργές μορφές της D, δηλαδή η D2 και η D3 (αντίστοιχα εργοκαλσιφερόλη και χολοκαλσιφερόλη), βρίσκονται σε διαφορετικές πηγές πρόσληψης. Πιο συγκεκριμένα η βιταμίνη D3 γίνεται στο δέρμα όλων των σπονδυλωτών, όταν εκτίθενται στον ήλιο, ενώ η D2 παράγεται από ασπόνδυλα, όπως οι μύκητες και τα φυτά, όταν εκτίθενται στον ήλιο.

Βιταμίνη D2

H Εργοκαλσιφερόλη3 και η πρόδρομός της η εργοστερόλη βρίσκονται σε φυτά, μύκητες, μούχλα, λειχήνες, και μερικά ασπόνδυλα (π.χ. σαλιγκάρια και σκουλήκια). Στην πραγματικότητα, ορισμένοι μικροοργανισμοί είναι αρκετά πλούσιοι σε εργοστερόλη. Η Εργοστερόλη δεν υπάρχει εκ φύσεως στα υψηλότερα σπονδυλωτά, αλλά μπορεί να είναι παρούσα σε χαμηλά ποσοστά σε ιστούς των ειδών αυτών, ως αποτέλεσμα της τροφής που καταναλώνουν. Η πραγματική κατανομή της εργοκαλσιφερόλης στη φύση είναι πολύ πιο περιορισμένη και μεταβλητή από εκείνη της εργοστερόλης (π.χ.,Hays χορτάρι και η αλφάλφα περιέχουν βιταμίνη D μόνο αφού έχουν κοπεί και αφεθεί να αποξηραθούν στον ήλιο). Εξ’ αιτίας του γεγονότος ότι η βιταμίνη D2 είναι πιθανώς παρούσα μόνο σε μικρές ποσότητες από φυσικές πηγές, η D2 υπάρχει ως μια κύρια συνθετική μορφή χρησιμοποιούμενη σε ζώα και στον άνθρωπο για αρκετές δεκαετίες.
Λειτουργίες και λοιπές πληροφορίες

Η κύρια λειτουργία της D2 είναι η συμβολή στην απορρόφηση ασβεστίου και η ρύθμιση του φωσφόρου, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συνεργατική αλλά όχι ως κύρια θεραπεία για την ανεπάρκεια της Βιταμίνης D.
Βιταμίνη D3

Η χολοκαλσιφερόλη είναι ευρέως κατανεμημένη σε ζώα, αλλά έχει μια εξαιρετικά περιορισμένη συγκέντρωση στα φυτά. Στα ζώα, οι συγκεντρώσεις χολοκαλσιφερόλης στους ιστούς εξαρτώνται από την πρόσληψη βιταμίνης D μέσω της διατροφής και/ή την έκθεση στο ηλιακό φως.

Μερικά τρόφιμα, ωστόσο, είναι πλούσια σε αυτή τη βιταμίνη. Τέτοια είναι το ήπαρ των ψαριών και τα ιχθυέλαια. Με λίγες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις4, βιταμίνη D3 δεν βρίσκεται στα φυτά. Η βιταμίνη αυτή συμβάλλει σημαντικά στην απορρόφηση του ασβεστίου, ενισχύει τα οστά, ρυθμίζει τα επίπεδα φωσφόρου, αποτρέπει τη ραχίτιδα και την οστεομαλακία των ενηλίκων.

Χρησιμότητες-Επιδράσεις της Βιταμίνης D

Σύμφωνα με τις υπάρχουσες επιστημονικές αποδείξεις 5η πρόσληψη αυτής της βιταμίνης έχει τις εξής επιδράσεις:

  • Ραχίτιδα6
  • Σύνδρομο Fanconi7
  • Οικογενής υποφωσφαταιμία.8
  • Εξισορρόπηση της έλλειψης ασβεστίου στο αίμα λόγω παραθορμόνης9
  • Μαλάκυνση των οστών (οστεομαλακία)10
  • Νεφρική οστεοδυστροφία
  • Οστεοπόρωση
  • Μείωση του ρυθμού απώλειας ασβεστίου σε ηλικιωμένους
  • Καρκίνος11
  • Πολλαπλή σκλήρυνση
  • Απώλεια δοντιών12
  • Πρόληψη καρδιοπάθειας
  • Διαβήτης
  • Μεταβολικό Σύνδρομο
  • Υψηλή Χοληστερόλη
  • Αύξηση της αθλητικής απόδοσης13

Παρενέργειες

Η βιταμίνη D είναι πιθανότατα ασφαλής όταν λαμβάνεται από το στόμα ή αν δοθεί ως ενέσιμη στον μυ σε συνιστώμενες ποσότητες. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν βιώνουν συχνά παρενέργειες με βιταμίνη D, εκτός αν έχει ληφθεί πάρα πολύ μεγάλη ποσότητα. Κάποιες παρενέργειες της λήψης υπερβολικής ποσότητας βιταμίνης D περιλαμβάνουν αδυναμία, κόπωση, υπνηλία, πονοκέφαλο, απώλεια της όρεξης, ξηροστομία, μεταλλική γεύση, ναυτία, εμετό, και άλλα.

Ωστόσο, η βιταμίνη D μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα ασβεστίου και να αυξήσει τον κίνδυνο της σκλήρυνσης των αρτηριών σε άτομα με σοβαρή νεφρική νόσο. Αυτό πρέπει να είναι σε ισορροπία με την αναγκαία δόση για να αποφευχθεί η νεφρική οστεοδυστροφία, μία ασθένεια των οστών που εμφανίζεται όταν τα νεφρά αποτυγχάνουν να διατηρήσουν τα κατάλληλα επίπεδα ασβεστίου και φωσφόρου στο αίμα. Τα επίπεδα του ασβεστίου πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά σε άτομα με νεφρική νόσο.

1 Vitamin D, Skin and Bone Research Laboratory, Section of Endocrinology, Diabetes, and Nutrition, Department of Medicine, Boston University School of Medicine, Boston, Mass 02118, USA.

2 Vitamin D, Τόμος 1 Vitamin D, David Feldman,

3 The Vitamins Fourth Edition, Gerald F. Combs, Jr Professor EmeritusCornell University,Ithaca, NY

4 Solanum glaucophyllum, Solanum malacoxylon, Cestrum diurnum και flavescens Trisetum

5 Borradale D, Kimlin M. Vitamin D in health and disease: An insight into traditional functions and new roles for the “sunshine vitamin.”.

6 Η βιταμίνη D είναι αποτελεσματική για πρόληψη και θεραπεία της ραχίτιδας.

7 Σύμφωνα με έρευνα η D2 ενδείκνυται ως ιδανική για το συγκεκριμένο σύνδρομο.

8 Η λήψη βιταμίνης D (χολοκαλσιφερόλης) από το στόμα μαζί με τα συμπληρώματα φωσφορικού άλατος είναι αποτελεσματική για τη θεραπεία διαταραχών των οστών σε άτομα με χαμηλά επίπεδα φώσφορου στο αίμα.

9 Χαμηλά επίπεδα της παραθυρεοειδούς ορμόνης μπορεί να προκαλέσουν πολύ χαμηλά επίπεδα στη συγκέντρωση ασβεστίου ορού . Η λήψη βιταμίνης D (κυρίως D3, ή εργοκαλσιφερόλης) από το στόμα είναι αποτελεσματική για την αύξηση των επιπέδων ασβεστίου στο αίμα σε άτομα με χαμηλά επίπεδα παραθυρεοειδούς ορμόνης.

10 Η λήψη βιταμίνης D (χολοκαλσιφερόλης) είναι αποτελεσματική για τη θεραπεία μαλάκυνσης των οστών. Επίσης, η λήψη βιταμίνης D3 είναι αποτελεσματική για τη θεραπεία μαλάκυνση των οστών λόγω της ηπατικής νόσου. Επιπλέον, η λήψη βιταμίνης D2 (εργοκαλσιφερόλης) είναι αποτελεσματική για τη θεραπεία μαλάκυνση των οστών που προκαλείται από φάρμακα ή σύνδρομο κακής απορρόφισης.

11 Κάποιες έρευνες δείχνουν ότι οι άνθρωποι που παίρνουν υψηλές δόσεις συμπληρωμάτων βιταμίνης D συν ασβέστιο μπορεί να έχουν χαμηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης ορισμένων τύπων καρκίνου. Ωστόσο, η λήψη βιταμίνης D από μόνη της δεν φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο του καρκίνου.

12 Crannery A, Weiler HA, O’Donnel S, Puil L. Summary of evidence-based review of vitamin D efficacy and safety in relation to bone health.

13 Practical Applications in Sports Nutrition, Heather Hedrick Fink, MS, RD, CSSD Nutrition and Wellness Solutions, LLC Indianapolis, Indiana

Depression

Some areas of the brain regulate mood. Researchers believe that – more important than levels of certain chemicals in the brain – the nerve cell connections, the growth of nerve cells, and the function of neural circuits have great effect on depression.However, the understanding of the neurological underpinnings of mood is still incomplete.1

The use of this technology has led to a better understanding of which brain regions regulate mood and how other functions, such as memory, can be affected by depression. Regions play an important role in depression are the amygdala, the chamber, and the hippocampus.

Brain cells usually produce levels of neurotransmitters that keep senses, learning, movements and disposal, some people who have severe depression or manic complex systems they err. For example, the receptors may be hypersensitive or not to a specific neurotransmitter, causing their response to the release of excessive or inadequate. Or a message might be weakened if the cell in which you push a small amount of a neurotransmitter or if an overly efficient reuptake receptor draw too much before the cells have the opportunity to bind receptors on other neurons. Any of these system failures would affect the distribution significantly.

 

  1. Cortisole

When we feel that we are in danger 2or are experiencing conditions of psychological or physical stress, the hypothalamus, located in the brain, gives a mandate to produce cortisol from the adrenal glands.

But when the brain is stuck on a problem, the body constantly releases cortisol and chronic elevated levels can lead to serious problems. Too much cortisol can suppress the immune system, increase of blood pressure and blood sugar, decrease libido, cause acne, and also contributes to obesity and other diseases.

 

 

B. Lactic Acid

Stress stimulates the production 3of lactic acid, aches and pains associated with stress occur when the muscles contract in response to stressful events, increasing the production of lactic acid, leading to pain. People experiencing panic attacks appear to have high levels of lactic acid, a chemical that is produced when the muscles metabolize sugar without enough oxygen. Some drugs and chemicals, such as caffeine, decongestants and drugs for maniac colds, inhalants asthma and imbalance between the thyroid hormone can cause stress.

All this in a prolonged period of stress can from affecting significantly the blood ph, even cause gallic acidosis.

 

C. Serotonin

It is partly responsible for the disposal and our memory and is considered important for the advent of sleep. Indeed, in patients suffering from depression have been observed decreased levels of serotonin in their brain.

There are many researchers who believe that an imbalance of serotonin levels can affect mood in a way that leads to depression. Possible problems include low production of serotonin in the brain cells, the lack of receptors that is able to receive derivatized serotonin reuptake inability to reach the receptors, or deficient in tryptophan. 4If any of these biochemical disorders, researchers believe that this can lead to depression and obsessive-compulsive disorder, anxiety, panic, and even in excess of anger.

However there is a theory that is associated with serotonin how depression develops centers for regeneration of brain cells – a process that some believe to be mediated by serotonin, and constant throughout our lives. According neuroscientist Barry Jacobs, PhD, depression can be caused when there is suppression of new brain cells, and that stress is the most important associated event leading to neurophysiology disorder of the brain and thereby to depression.5

again according to the same teacher to use the common sedative drugs known as SSRIs, which are designed to increase levels of serotonin, also give rise to the production of new brain cells, which in turn allows the treatment depression

Finally we should mention that in nature there are many herbs which have a chemical composition which acts similar to SSRIs and will be reported in subsequent articles.

1 Increasingly sophisticated forms of brain imaging – such as positron emission tomography (PET), a single photon emission computed tomography (SPECT), and functional magnetic resonance imaging (fMRI) – allows a much closer look at the brain than was possible previously.

2 First, the portion of the brain called the amygdala must recognize a threat. Then, it sends a signal to the part of the brain called the hypothalamus, which releases corticotropin releasing hormone (CRH). CRH then tells the pituitary gland to release adrenocorticotropic hormone (ACTH), which tells the adrenal glands produce cortisol.

3 Lactic acidosis is a condition characterized by the accumulation of lactate (particularly the L-lactic) in the body, resulting in too low pH. Is a subtype of metabolic acidosis, where there is excessive acid caused by a problem with the body’s metabolism.

Lactic acidosis is usually the result of an underlying acute or chronic medical condition or intoxication. Symptoms usually attributed to these underlying causes, but may include nausea, vomiting, rapid deep breathing and generalized weakness.

4 For many organisms (including humans), tryptophan is an essential amino acid. This means that it is necessary for the survival of these organizations (and people) that can not you can post by organosmous them and therefore must be part of their diet. The (protein) amino acids, including tryptophan and, act as building blocks for the biosynthesis of proteins.

5 http://www.health.harvard.edu/mind-and-mood/what-causes-depression

Ολιστική Ιατρική

Ολιστική ιατρική είναι η τέχνη και η επιστήμη της θεραπείας που αντιμετωπίζει το άτομο ως σύνολο – το σώμα, το μυαλό και το πνεύμα. Η πρακτική της ολιστικής ιατρικής ενσωματώνει τις συμβατικές και εναλλακτικές θεραπείες για την πρόληψη και τη θεραπεία της νόσου, και το σημαντικότερο, για την προώθηση της βέλτιστης υγείας. Αυτή η κατάσταση της ολιστικής υγείας ορίζεται ως η απεριόριστη και ανεμπόδιστη ελεύθερη ροή της ζωτικής δύναμης της ενέργειας μέσα στο σώμα, το μυαλό και το πνεύμα.

Η ολιστική ιατρική περιλαμβάνει όλες τις ασφαλείς και κατάλληλες λεπτομέρειες της διάγνωσης και της θεραπείας. Περιλαμβάνει την ανάλυση των φυσικών, διατροφικών, περιβαλλοντικών, συναισθηματικών, πνευματικών συνθηκών και δεδομένων και την επιρροή της καθημερινότητας στο κάθε άτομο1.

Οι ουσιαστικές πρακτικές της ολιστικής βασίζονται στο να χρησιμοποιούν ουσίες που βρίσκονται στη φύση, όπως βρώσιμα βότανα, συμπληρώματα βιταμινών και προϊόντων ζωικής προέλευσης ή ακόμα και προϊόντα παραγόμενα από μύκητες, και ανόργανα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης των προϊόντων αυτών σε παραδοσιακές ιατρικές πρακτικές που μπορεί να περιλαμβάνει και άλλες μεθόδους.

Παραδείγματα περιλαμβάνουν τη χρήση συμπληρωμάτων, όπως ιχθυέλαιο, ωμέγα-3 λιπαρό οξύ, γλυκοζαμίνη, echinacea, λινέλαιο, και ginseng. Η χρήση φυτικών φαρμάκων ή φυτοθεραπεία, περιλαμβάνει όχι μόνο τη χρήση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, αλλά μπορεί επίσης να περιλαμβάνει τη χρήση ζωικών προϊόντων και μετάλλων. Είναι ένας από τους πιο εμπορικά επιτυχημένους κλάδους της εναλλακτικής ιατρικής, και περιλαμβάνει ταμπλέτες, σκόνες και ελιξίρια που πωλούνται ως συμπληρώματα διατροφής. Η χρήση σκευασμάτων παρμένων από την παραδοσιακή κινέζικη ιατρική είναι πολύ συχνή.

Οι ολιστικοί έχουν πολλούς τρόπους θεραπείας, αλλά μοιράζονται μια κοινή βασική προσέγγιση. Πιστεύουν στην αρχαία ιδέα ότι η θεραπεία είναι πιο αποτελεσματική όταν εξεταστεί εξατομικευμένα ένας άνθρωπος, αντί να επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες ασθένειες, μέρη του σώματος ή τα συμπτώματα. Όπως είπε ο Σωκράτης τον 4ο αιώνα π.Χ., το μέρος δεν μπορεί ποτέ να είναι καλά, εκτός εάν το σύνολο είναι καλά”2.

Ολιστική υγεία είναι μια κατάσταση ισορροπίας, όχι απλώς η απουσία ασθένειας.

Αρχαίες ρίζες της Ολιστικής Υγείας

Πολύ πριν την πενικιλλίνη ή τις ακτίνες Χ, οι θεραπευτές αναγνώρισαν τη σημασία της συναισθηματικής και πνευματικής ευεξίας στην επίτευξη σωματικής υγείας. Δύο από τις πιο καλά τεκμηριωμένες αρχαίες παραδόσεις ολιστικής υγείας είναι η Παραδοσιακή Κινεζική Ιατρική (TCM) και η Αγιουρβέδα.

Συνήθως, η διδασκαλία της ολιστικής ιατρικής βασίζεται στην τρέχουσα πρακτική και τις επιστημονικές γνώσεις σχετικά με:

  • ανατομία
  • φυσιολογία
  • ιστολογία
  • εμβρυολογία
  • νευροανατομία
  • παθολογία
  • φαρμακολογία
  • μικροβιολογία
  • και ανοσολογία

Ως προς τη διάγνωση με βάση τις αρχές της Ολιστικής και Ολοκληρωμένης Ιατρικής, πρέπει να διευκρινισθεί ότι η βασική διάγνωση μιας πάθησης διαταραχής γίνεται με την ίδια αναλυτική μέθοδο και τις ίδιες διαγνωστικές εξετάσεις, που χρησιμοποιεί η συμβατική ιατρική. Η θεραπευτική παρέμβαση στοχεύει όσο το δυνατό στις πραγματικές και όχι στις φαινομενικές αιτίες, ή μόνο στην απλή ανακούφιση των εκάστοτε συμπτωμάτων3.
Στη συνέχεια επιλέγεται η ηπιότερη θεραπευτική παρέμβαση με το Ιπποκρατικό κριτήριο ‘πρώτον να μην βλάψεις’. Σε αυτές μπορούμε να αναφέρουμε σαν παράδειγμα τη διατροφική θεραπεία, τη φυτοθεραπεία, την οργανοθεραπεία, το βελονισμό, την ομοιοπαθητική, τη μεσοθεραπεία, τη neuraltherapy, την οξυγονο-οζονοθεραπεία, βιοσυντονιστικές μεθόδους ενεργειακής ιατρικής, τη βιοχημική θεραπεία, σωματοψυχικές ασκήσεις και πολλές άλλες, ανάλογα με το πρόβλημα υγείας.

Στα πλαίσια της ολιστικής ιατρικής πλέον ακολουθείται αναγνωρισμένα από το κράτος ομοιοπαθητική θεραπεία, ενώ παράλληλα υπάρχουν και αναγνωρισμένοι ομοιοπαθητικοί γιατροί, καθώς και αντίστοιχη φαρμακολογία.

Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι ουσίες που προέρχονται από την φύση (φυσικής, ζωικής ή ορυκτής προέλευσης), και παρασκευάζονται με φυσικό τρόπο και δεν έχουν καμία σχέση με τα χημικά φάρμακα. Ενεργούν πάνω σε ολόκληρο τον οργανισμό, ενισχύοντας τον αμυντικό του μηχανισμό με αποτέλεσμα την θεραπεία και ανανέωση του οργανισμού και κατά συνέπεια την εξαφάνιση των επί μέρους συμπτωμάτων.

Έρευνες:

https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC1271908/

Ways of Knowing: Integrating Research Into CAM Education and Holism Into Conventional Health Professional Education

Mary Jo Kreitzer, RN, PhD, Victor Sierpina, MD, Michele Maiers, DC, MPH, Louise Delagran, MA, MEd, Lori Baldwin, MOM, LAc, Roni Evans, DC, MS, and Michele Chase, PhD

Holistic Medicine: Advances and Shortcomings

Systems Pharmacology Dissecting Holistic Medicine for Treatment of Complex Diseases: An Example Using Cardiocerebrovascular Diseases Treated by TCM

1 Evaluation of holistic medicine

2 Clinical Holistic Medicine (Mindful, Short-Term Psychodynamic Psychotherapy Complemented with Bodywork) in the Treatment of Experienced Physical Illness and Chronic Pain

3 Pickstone 2006, p. 268

Συγκριτική μελέτη Astragalus και Ιπποφαούς

Astragalus vs Hippophae

  1. Ισχυρότατο αντικαρκινικό προϊόν αποτελεί το Astragalus σύμφωνα με πολλές έρευνες όπου έδειξε κυρίως να αυξάνει την επίδραση της χημειοθεραπείας σε πολλές μορφές καρκίνου, να εμποδίζει τη μετάσταση και να μειώνει την τοξικότητα της χημειοθεραπείας. Αντίστοιχα, το ιπποφαές έδειξε να έχει ήπια αντικαρκινική δράση κυρίως ως μέσο πρόληψης και όχι θεραπείας. Το Astragalus υπερτερεί έναντι του ιπποφαούς.
  2. Ένας πολύ καλός συνδυασμός για τη θεραπεία παθήσεων της καρδιάς αποτελεί το ιπποφαές σε συνδυασμό με το Αstragalus1, καθώς το δεύτερο φροντίζει κυρίως την αντιμετώπιση των ιογενών λοιμώξεων μέσω της κινητοποίησης του ανοσοποιητικού και την αύξηση της ροής του αίματος.
  3. Ωστόσο το ιπποφαές αποδείχτηκε ότι αν και δεν επιδρά άμεσα στον καρδιακό μυ έχει υψηλή επίδραση στην αρτηριοσκλήρυνση και στη δημιουργία των θρόμβων.
  4. Στις ασθένειες του ήπατος φαίνεται να υπερτερεί το ιπποφαές2. Παρόλα αυτά ξέρουμε επίσης ότι το Astragalus έχει χρησιμοποιηθεί χορηγούμενο μαζί με άλλα κινέζικα βότανα για την ηπατίτιδα, ωστόσο το ιπποφαές φάνηκε να έχει καλύτερα αποτελέσματα σύμφωνα με τις έρευνες, ακόμα και σε ακραίες περιπτώσεις όπως είναι η κύρωση του ήπατος.
  5. Τα φύλλα του ιπποφαούς και τα άνθη του χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της αρθρίτιδας, των γαστρεντερικών έλκων, της ουρικής αρθρίτιδας, αλλά και για δερματικά εξανθήματα που προκαλούνται από μολυσματικές ασθένειες όπως η ιλαρά.
  6. Σημαντικότατη η συμβολή του Astragalus σε γυναίκες με προβλήματα στον έμμηνο κύκλο όπου η χορήγηση εκχυλίσματος του βοτάνου βοήθησε στη συχνότητα εμφάνισης περιόδου σε γυναίκες3
  7. Ακόμη το Astragalus συμβάλλει στη θεραπεία του συνδρόμου των πολυκυστικών ωοθηκών, όπου οι πολυσακχαρίτες του συνέβαλαν στην ορμονική εξισορρόπηση και την εμφάνιση περιόδου κατ’ επέκταση
  8. Σημαντικός είναι ο ρόλος του Astragalus στη ρύθμιση της ινσουλίνης, όπου οι διακυμάνσεις του σακχάρου στο αίμα έχουν συσχετιστεί και αυτές με το προαναφερόμενο σύνδρομο
  9. Το ιπποφαές όμως έχει πολύ καλύτερα αποτελέσματα σε ό, τι αφορά το δέμα με μια πληθώρα δράσεων, από επούλωση πληγών μέχρι και αντηλιακή προστασία για αυτό το λόγο και εφαρμόζεται τοπικά4
  10. Άλλη μια σημαντικότατη συνεισφορά του Astragalus είναι η συμβολή του σε ανθρώπους που πάσχουν από άσθμα. Πιο συγκεκριμένα, πρώιμη έρευνα δείχνει την ουσιαστική συμβολή χορηγούμενου από το στόμα για 6 μήνες το οποίο βελτιώνει τα συμπτώματα του άσθματος ή της λειτουργίας των πνευμόνων σε άτομα με ήπιο άσθμα
  11. Ένα τσάι που περιέχει φύλλα ιπποφαούς χρησιμοποιείται ως πηγή βιταμινών, αντιοξειδωτικών, πρωτεϊνικές δομικές μονάδες (αμινοξέα), τα λιπαρά οξέα και τα ανόργανα στοιχεία για τη βελτίωση της αρτηριακής πίεσης και τη μείωση της χοληστερόλης, την πρόληψη και τον έλεγχο των ασθενειών των αιμοφόρων αγγείων και την ενίσχυση του ανοσοποιητικού.
  12. Τα μούρα του ιπποφαούς χρησιμοποιούνται για την πρόληψη των λοιμώξεων, τη βελτίωση της όρασης, και την επιβράδυνση της διαδικασίας γήρανσης.
  13. Το σπορέλαιο ή μούρο χρησιμοποιείται ως αποχρεμπτικό για τη ρευστοποίηση του φλέγματος για τη θεραπεία του άσθματος, αλλά και καρδιακές διαταραχές, συμπεριλαμβανομένου του πόνου στο στήθος (στηθάγχη) και την υψηλή χοληστερόλη για την πρόληψη της νόσου των αιμοφόρων αγγείων, και ως αντιοξειδωτικό. Το ιπποφαές χρησιμοποιείται επίσης για την εξισορρόπηση του ανοσοποιητικού συστήματος, την αντιμετώπιση στομαχικών και εντερικών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένων των ελκών της οισοφαγίτιδας από παλινδρόμηση και ως συμπληρωματική πηγή βιταμινών C, Α και Ε, β-καροτένιου, μετάλλων, αμινοξέων και λιπαρών οξέων.

Επίσης πρέπει να αναφέρουμε την σημαντικότατη βελτίωση που βλέπουμε λαμβάνοντας εκχύλισμα Astragalus στις εποχιακές αλλεργίες. Πρώιμη έρευνα δείχνει ότι η λήψη ενός συγκεκριμένου εκχυλίσματος ρίζας από το στόμα για 3-6 εβδομάδες βελτιώνει συμπτώματα όπως καταρροή, φαγούρα και το φτέρνισμα σε άτομα με εποχιακές αλλεργίες5.

1 Σε ανθρώπινα ενδοθηλιακά κύτταρα, η astragaloside IV αυξάνει τη θρομβολυτική δυναμική μέσω επιδράσεων στην ενεργοποίηση του πλασμινογόνου, διευκολύνοντας έτσι ενδαγγειακή ινωδόλυση του θρόμβου

2 Έρευνα στο Παρίσι έδειξε ότι η χορήγηση ιπποφαούς βοήθησε στη ρύθμιση των ηπατικών ενζύμων σε άτομα με ηπατίτιδα Β, ενώ παράλληλα προστατεύει και αποτοξινώνει το ήπαρ.

3 Influence of Astragalus Polysaccharides Plus Diane-35 on Insulin Resistance and Androgen Levels and Lipid Metabolism of Patients with Polycystic Ovary Syndrome

4 Zhao Y, 1994 Clinical effects of Hippophae seed oil in treatment of burn cases

5 Παραδοσιακά, το εκχύλισμα του καθαρισμένου ρίζα Astragalus χρησιμοποιείται, ως ανοσοδιεγερτικό για την πρόληψη και τη θεραπεία μια ευρείας ποικιλίας ασθενειών που κυμαίνονται από το κοινό κρυολόγημα με τον καρκίνο. Σε κύτταρα σπλήνα ποντικού, αστράγαλος διέγειρε αξιοσημείωτα τα φυσιολογικά κύτταρα να αυξηθούν σε αριθμό ενίσχυσε επίσης την ενεργοποίηση των μακροφάγων (παραγωγή κυτοκινών, ΤΝΡ και IL-6) και Β κυττάρων (παραγωγή πολυκλωνικών IgG), αλλά δεν είχε καμία επίδραση στη φυσική καταστολή των (NK) κυττάρων δραστηριότητας 38.

Συγκριτική μελέτη Γλιστρίδας και Aloe Vera

Aloe Vera vs Portulaca
Αναμφισβήτητα πρόκειται για δύο πολύ ισχυρά προϊόντα τα οποία είναι πλούσια σε βιταμίνες και μέταλλα. Αυτό όμως το οποίο μας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση είναι το γεγονός ότι από τα εκχυλίσματα αυτών μπορούν να φτιαχτούν πολύ καλές θεραπείες καθώς, όπως φαίνεται, έχουν χημικά συστατικά τα οποία δρουν συνεργατικά και επιδρούν σε ίδιες παθήσεις ή ακόμη και συμπληρώνουν η μία την άλλη.
1) Ας ξεκινήσουμε με τις παθήσεις του εντέρου όπου η γλιστρίδα λειτουργεί θεραπευτικά σε παθήσεις, ιδιαιτέρως, του παχέος εντέρου όπως οι αιμορροΐδες αλλά και σε ιογενείς και βακτηριακές λοιμώξεις1. Παρόμοιες επιδράσεις έχει και η αλόη, που θεραπεύει ραγάδες εντός του εντέρου και παράλληλα λειτουργεί και κατά τις δυσκοιλιότητας πράγμα το οποίο δημιουργεί τις σχισμές στο έντερο, ενώ κατά της δυσκοιλιότητας η αλόη  έχει ίση επίδραση με τη γλιστρίδα2.
2) Η υψηλή περιεκτικότητα της γλιστρίδας σε λιπαρά οξέα καθώς και η ποιότητά τους μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μια πολύ καλή φόρμουλα μείωσης της ολικής χοληστερόλης και της LDL3. Ωστόσο τα πολύ ποιοτικότερα λιπαρά οξέα κάνουν τη γλιστρίδα να υπερτερεί στον τομέα αυτό. Όμως εάν εκεί προσθέσουμε και τις στερόλες της αλόης τότε σίγουρα επιτυγχάνουμε ένα πολύ καλό συνδυασμό μείωσης της χοληστερίνης4.
3) Τα δύο αυτά «βότανα» περιέχουν πολύ ισχυρές αντιοξειδωτικές βιταμίνες και μέταλλα. Ακόμη, η Β12 και γενικότερα το σύμπλεγμα βιταμινών Β που έχουν και τα δύο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αιμοποιητική του δράση5. Να αναφέρουμε εδώ ότι η αθλητική ικανότητα ειδικά των αθλητών που η απόδοσή τους εξαρτάται από τη Vo2 max. μπορεί να αυξηθεί δραματικά6.
4) Η ακεμαννάνη της αλόης σε συνδυασμό με τα διάφορα αλκαλοειδή της γλιστρίδας που χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση του ανοσοποιητικού μας ανοίγουν το πλαίσιο της ευρείας χρήσης έναντι σε νοσήματα τα οποία συνίστανται σε βακτηριδιακές και ιογενείς λοιμώξεις. Περιπτώσεις στις οποίες έχει προκληθεί ανεπάρκεια του ανοσοποιητικού σίγουρα θα επωφεληθούν από τη λήψη αλόης και γλιστρίδας. Σίγουρα όμως για αυτές τις περιπτώσεις ενδείκνυται, αν όχι συνδυαστικά προϊόντα, οπωσδήποτε η χρήση της αλόης7.
5) Οι ισχυρές αντιοξειδωτικές ικανότητες και των δύο συμβάλλουν στη ρύθμιση της γλυκόζης του αίματος. Για να αντιληφθεί κανείς πόσο ισχυρή είναι η επίδραση ιδιαίτερα της αλόης σε διαβητικούς, αρκεί να αναφέρουμε ότι όταν συνδυάστηκε με φάρμακα όπως η μετφορμίνη ήταν συχνά τα επεισόδια υπογλυκαιμίας.
6) Πολύ σημαντική είναι η χρήση αλόης σε προβλήματα του στόματος στα οποία υπερτερεί αναμφισβήτητα της γλιστρίδας. Ιδιαίτερα για τη φατνιακή οστεΐτιδα, διότι η η εφαρμογή ακεμαννάνης, χημικής ουσίας από την αλόη, στην υποδοχή των δοντιών των ατόμων με στεγνούς υποδοχείς μετά τη συνήθη θεραπεία, μειώνει τον πόνο και βελτιώνει τα συμπτώματα περισσότερο από την καθιερωμένη θεραπεία8.
7) Σε περιπτώσεις άσθματος ενδείκνυται η χρήση συμπληρώματος αλόης της οποίας οι δραστικές ουσίες αυξάνουν την πρόσληψη οξυγόνου.
8) Ερεθισμοί του ουροποιητικού χρήζουν της λήψης γλιστρίδας, καθώς από τη αρχαιότητα ήταν γνωστές οι επιδράσεις της στο ουροποιητικό σύστημα.9
9) Στην υποβοήθηση της θεραπείας του καρκίνου του πνεύμονα η αλόη έδειξε αποτελέσματα10. Επίσης τα λιπαρά οξέα της γλιστρίδας ενδείκνυνται κυρίως για την πρόληψη, αλλά παίζουν ρόλο και στη θεραπεία του καρκίνου όπου εκεί είναι προτιμότερη η β-καροτένη και τα λιπαρά οξέα της γλιστρίδας σε σχέση με άλλα λιπαρά οξέα.
Συμπερασματικά και τα δύο αυτά βότανα είναι πολύ χρήσιμα για τη λειτουργία του οργανισμού, και όσον αφορά την πρόληψη αλλά και τη θεραπεία ασθενειών. Δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε απόλυτα το ένα καλύτερο από το άλλο, επειδή διαφέρουν στον τρόπο εφαρμογής, αλλά κυρίως δεν έχουν την ίδια χημική σύσταση, ώστε να μπορούμε να τα συγκρίνουμε. Ωστόσο συμπίπτουν σε κάποια πράγματα όπως οι βιταμίνες και τα μέταλλα, τα λιπαρά οξέα και τα αμινοξέα. Για παράδειγμα το περιοριστικό αμινοξύ της αλόης που είναι η τρυπτοφάνη συμπληρώνεται από τα αμινοξέα της γλιστρίδας και δίνουν μαζί πλήρη πρωτεΐνη  Σε έρευνα που είχε γίνει βρέθηκε μάλιστα ότι η γλιστρίδα είχε11την υψηλότερης βιολογικής αξίας πρωτεΐνη προερχόμενη από φυτικές πηγές. Γενικότερα φαίνεται ότι ο συνδυασμός αλόης με γλιστρίδα λειτουργεί πολύ καλύτερα συνεργατικά, παρά το καθένα ξεχωριστά.

Καρνοσίνη

Η Καρνοσίνη είναι ένα διπεπτίδιο μόριο, που αποτελείται από τα αμινοξέα βήτα-αλανίνης και ιστιδίνης. Παρατηρείται υψηλή συγκέντρωση στους μύες και στους εγκεφαλικούς ιστούς.

Έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να εξουδετερώσει αντιδραστικά είδη οξυγόνου (ROS), καθώς και α, β-ακόρεστες αλδεϋδες, οι οποίες σχηματίζονται από την υπεροξείδωση των κυτταρικών μεμβρανών των λιπαρών οξέων κατά την διάρκεια του οξειδωτικού στρες. Η καρνοσίνη είναι επίσης ένα διπολικό ιόν, ένα ουδέτερο μόριο με ένα θετικό και αρνητικό άκρο.

Μια χορτοφαγική δίαιτα (κυρίως vegan) παρέχει λιγότερη καρνοσίνη, σε σύγκριση με τα επίπεδα που βρέθηκαν σε μια πιο κλασσική διατροφή όπου συμπεριλαμβάνεται και κρέας.

Η καρνοσίνη δρα ως παράγοντας αντιγλυκοζίωσης, μειώνοντας το ρυθμό σχηματισμού της προχωρημένης γλυκοζυλίωσης τελικών προϊόντων (AGEs) (ουσίες που μπορεί να είναι ένας παράγοντας στην ανάπτυξη ή επιδείνωση πολλών εκφυλιστικών ασθενειών, όπως ο διαβήτης, η αθηροσκλήρωση, η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, και της νόσου του Alzheimer και τελικά τη μείωση της ανάπτυξης της συσσώρευσης της αθηρωματικής πλάκας). Η χρόνια γλυκόλυση πιθανολογείται πως επιταχύνει τη γήρανση, κάνοντας την χορήγηση καρνοσίνης μια υποψήφια για τις θεραπευτικές της δυνατότητες.

Χρησιμότητα

  • Aυτισμός. Πρώιμη έρευνα δείχνει ότι η λήψη L-καρνοσίνη από το στόμα για 8 εβδομάδες, μπορεί να βελτιώσει τα συμπτώματα σε παιδιά με διαταραχές του φάσματος του αυτισμού.
  • Aθλητική απόδοση. Πρώιμη έρευνα δείχνει ότι η λήψη μιας μόνο δόσης ενός συγκεκριμένου εκχυλίσματος από στήθος κοτόπουλου (CBEX) που περιέχουν καρνοσίνη και ανσερίνη από το στόμα βελτίωσε ουσιαστικά την αντοχή ανδρών αθλητών ποδηλασίας.
  • Διαβήτης
  • Γήρανση

Παρενέργειες

Η μόνη παρενέργεια που σημειώθηκε μετά από λήψη καρνοσίνης ήταν να προκαλέσει περαιτέρω πτώση της πίεσης σε υποτασικούς ανθρώπους.

Νατοκινάση (Nattokinase)

Η νατοκινάση είναι ένα ένζυμο το οποίο εξάγεται από ένα ιαπωνικό τρόφιμο  που ονομάζεται natto. Το νάτο φτιάχνεται  από τη ζύμωση της σόγιας και τρώγεται παραδοσιακά από τους Ιάπωνες εδώ και περίπου χίλια χρόνια.
Το Natto αποτελεί σημαντικό μέρος της ιαπωνικής διατροφής και είναι γνωστό για τις θεραπευτικές επιδράσεις του επί των καρδιαγγειακών ασθενειών.
Η περιεκτικότητα του natto σε θερμίδες είναι χαμηλότερη από εκείνη των ωμών φασολιών σόγιας. Ενώ τα φασόλια σόγιας είναι ιδιαιτέρως θρεπτικά, τα συστατικά αυτά περικλείονται στις σκληρές ίνες του φασολιού. Το natto περιλαμβάνει τα οφέλη των θρεπτικών συστατικών της σόγιας και μαλακότερες φυτικές ίνες χωρίς την υψηλή περιεκτικότητα σε νάτριο που περιέχεται σε πολλά άλλα προϊόντα σόγιας, ιδίως στο miso. Επίσης, δεν περιέχει χοληστερόλη και είναι μια σημαντική πηγή σιδήρου, ασβεστίου, μαγνησίου, πρωτεϊνών, καλίου, βιταμινών Β6, Β2, Ε, Κ2, και άλλων.
Το Natto είναι η πλουσιότερη φυσική πηγή  Κ2 και ίσως, η κατανάλωση του Natto να συνδέεται στενά με την υγεία των οστών.
H νατοκινάση έχει αναγνωριστεί ευρέως για τις ισχυρές αντιθρομβωτικές της ιδιότητες, και μπορεί να διαλύσει επικίνδυνους θρόμβους του αίματος μέσα από ποικίλους μηχανισμούς. Από την άποψη αυτή, η νατοκινάση ενεργεί σαν το φυσικώς παραγόμενο αντιθρομβωτικό ένζυμο του σώματός μας,  γνωστό ως πλασμίνη. Η ανθρώπινη πλασμίνη βρίσκεται στο αίμα και λειτουργεί ως σύστημα άμυνας έναντι επικίνδυνων θρόμβων που σχετίζονται με καρδιαγγειακές νόσους και εγκεφαλικά επεισόδια. Η νατοκινάση μοιράζεται επίσης έναν παρόμοιο θρομβολυτικό μηχανισμό με άλλα κοινώς χρησιμοποιούμενα θρομβολυτικά φάρμακα. Ωστόσο, η  νατοκινάση είναι πολύ φθηνότερη και φέρει μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης παρενεργειών.
Το ένζυμο φαίνεται να είναι ενεργό μετά την κατάποση, αν και δεν είναι γνωστό αν είναι άμεσα ενεργό. Σε πειράματα in vitro (πειράματα που πραγματοποιήθηκαν εκτός ενός ζωντανού οργανισμού) υποδηλώνουν ότι η νατοκινάση διαλύει άμεσα την πρωτεΐνη ινική και σημειώνεται ότι η από του στόματος πρόσληψη νατοκινάσης έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του σχηματισμού θρόμβων. Η νατοκινάση μπορεί να μεταβολίζεται σε βιοενεργά πεπτίδια που επάγουν επίσης έναν παράγοντα (ενεργοποιητής πλασμινογόνου ιστού) ο οποίος μπορεί στη συνέχεια να έχει επίσης  ινωδολυτικά αποτελέσματα. Έτσι, αν και το συνολικό αποτέλεσμα (ινωδόλυσης που οδηγεί σε μείωση της πηκτικότητας  του αίματος) φαίνεται να υφίσταται, ωστόσο οι ενεργοί μηχανισμοί δεν έχουν πλήρως διευκρινιστεί.
Τα προϊόντα διάσπασης της νατοκινάσης, μετά από θερμική ή οξεϊκή διάσπαση , είναι βιοενεργά πεπτίδια τα οποία μπορούν επίσης να μειώσουν την αρτηριακή πίεση μέσω της μείωσης της δραστηριότητας της ρενίνης και της αγγειοτασίνης ΙΙ. Όσον αφορά την επίδραση στα τριγλυκερίδια και τη χοληστερόλη, η νατοκινάση και τα βιοενεργά πεπτίδιά της φαίνεται να είναι πλήρως ανενεργά.
Παρατηρώντας τις έρευνες σε σχέση με την επίδραση στον άνθρωπο, φαίνεται να  υπάρχει ένας μικρός συσχετισμός της μείωσης της πίεσης με τη λήψη συμπληρωμάτων νατοκινάσης. Αν και υπάρχουν περιορισμένα στοιχεία για την υποστήριξη των ινωδολυτικών επιδράσεων στον άνθρωπο μετά από του στόματος κατανάλωση, οι δοκιμές με χρήση νατοκινάσης μεμονωμένα είτε περιορίζονται σε στατιστική ισχύ είτε χρησιμοποιούν τη νατοκινάση μαζί με άλλους παράγοντες (η πιο πειστική μελέτη που έγινε περιλάμβανε χορήγηση Pycnogenol παράλληλα με Nattokinase)1.
Συνολικά, αν και η ενζυματική δραστηριότητα και η φαρμακοδυναμική της νατοκινάσης είναι νέα, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία που να υποστηρίζουν τη χρήση της σε σχέση με άλλες συμπληρωματικές ή φαρμακολογικές επιλογές. Ειδικά σε σχέση με τη χρήση ενός προληπτικού προστατευτικού παράγοντα, η ασπιρίνη έχει μελετηθεί σε μεγαλύτερο βάθος απ’ ό,τι η νατοκινάση.
Οι κύριες επιδράσεις της Νατοκινάσης σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο του Τόκιο είναι οι εξής:
  • Θρομβολυτική
  • Ελάττωση της υπερέντασης
  • Αντιαιμοπεταλιακή συσσωμάτωση
  • Βελτίωση της ροής του αίματος
  • Μείωση αναστολέα του ενεργοποιητή του πλασμινογόνου2
Όσον αφορά τα παραγόμενα προϊόντα νατοκινάσης που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή την υψηλότερης ποιότητας νατοκινάση που υπάρχει τη βρίσκει κάποιος στην Ιαπωνία, με Ινδία και Κίνα να ακολουθούν.
Τα προϊόντα αυτά συναντώνται υπό μορφή λευκής άοσμης σκόνης με αναλογία 20.000 και 40.000 ινοδολυτικών μονάδων ανά γραμμάριο.
  1. Fujita M, et alPurification and characterization of a strong fibrinolytic enzyme (nattokinase) in the vegetable cheese natto, a popular soybean fermented food in Japan. Biochem Biophys Res Commun. (1993)
  2. Sumi H, Hamada H, Nakanishi K, et al. Enhancement of the fibrinolytic activity in plasma by oral administration of nattokinase. Acta Haematol.

Λιποσωμιακές φόρμουλες – Τα αρνητικά που δεν γνωρίζουμε

Εισαγωγή

Το 1965, ορισμένοι ερευνητές δημοσίευσαν την πρώτη περιγραφή των διογκωμένων συστημάτων φωσφολιπιδίων. Μέσα σε λίγα χρόνια, οι έρευνες είχαν καταλήξει σε μια ποικιλία κλειστών δομών διπλής στιβάδας φωσφολιπιδίων που αποτελούνται από μονές διπλοστιβάδες, αρχικά «βανγκοσώματα» και στη συνέχεια «λιποσώματα» (Βανγκοσώματα ήταν τα φωσφολιπίδια μονής διπλοστιβάδας. Στη συνέχεια αυτά εξελίχθηκαν με τις τροποποιήσεις σε αυτά που αποκαλούμε σήμερα λιποσώματα).

Πρωτοπόροι ερευνητές όπως οι Γρηγοριάδης (Gregoriadis) και Perrie έχουν καθιερώσει την ιδέα ότι τα λιποσώματα μπορούν να παγιδεύσουν φαρμακευτικές ουσίες και μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συστήματα χορήγησης φαρμάκων.

Η in vivo δραστικότητα φαρμάκων εγκλωβισμένων σε λιποσώματα σε πειραματόζωα αποδείχτηκε πρώτα με τη χρησιμοποίηση του αντικαρκινικού φαρμάκου κυτοσίνης – ραβινοσίδης για να επιδείξει σημαντικές αυξήσεις στους χρόνους επιβίωσης ποντικών που φέρουν λευχαιμία. Από τότε έγινε ένα δημοφιλές «μοντέλο συστήματος» για τη δοκιμή των επιδράσεων μιας ευρείας ποικιλίας χαρακτηριστικών λιποσώματος με θεραπευτικά αποτελέσματα.

Μηχανισμός σχηματισμού λιποσφαιρίων

Τα λιποσώματα σχηματίζονται από φωσφολιπίδια (αμφίφιλα μόρια που έχουν μία υδρόφιλη κεφαλή και μία υδρόφοβη ουρά). Το υδρόφιλο τμήμα είναι κυρίως δεσμευμένο με φωσφορικό οξύ σε ένα υδατοδιαλυτό μόριο ενώ το υδρόφοβο μέρος αποτελείται από δύο αλυσίδες λιπαρών οξέων με 10-24 άτομα άνθρακα και 0-6 διπλούς δεσμούς σε κάθε αλυσίδα.

Δημιουργούν ελασματοειδή φύλλα όταν διασκορπίζονται σε υδατικό μέσο ευθυγραμμίζοντας τον εαυτό τους με τέτοιο τρόπο ώστε η ομάδα της υδρόφιλης κεφαλής να βλέπει προς τα έξω την υδατική περιοχή ενώ οι ομάδες λιπαρών οξέων αντιμετωπίζουν το ένα το άλλο σχηματίζοντας σφαιρικές δομές κυστιδίων που ονομάζονται λιποσώματα.

Το πολικό κλάσμα παραμένει σε επαφή με την υδατική περιοχή μαζί με την θωράκιση του μη πολικού μέρους. Όταν τα φωσφολιπίδια ενυδατώνονται στο νερό, μαζί με την εισροή ενέργειας, όπως η επεξεργασία με υπερήχους, η ανακίνηση, η θέρμανση, η ομογενοποίηση κλπ. δημιουργούνται οι υδρόφιλες/υδρόφοβες αλληλεπιδράσεις μεταξύ λιπιδίων με άλλα λιπίδια, λιπιδίων-μορίων νερού που οδηγούν στο σχηματισμό διστρωματικών κυστιδίων για να επιτευχθεί μια θερμοδυναμική ισορροπία στην υδατική φάση.

Τα φωσφολιπίδια είναι τα κύρια συστατικά της κυτταρικής μεμβράνης και ως εκ τούτου έχουν εξαιρετική βιοσυμβατότητα με αμφιφιλικές ιδιότητες. Η αμφιφιλικότητα της παρέχει την ιδιότητα της αυτοσυναρμολόγησης, γαλακτωματοποίησης και της διαβροχής.

Όταν τα φωσφολιπίδια εισάγονται στο υδάτινο περιβάλλον της κυτταρικής μεμβράνης, αυτοσυναρμολογούνται και παράγουν διαφορετικές δομές με ειδικές ιδιότητες σε διαφορετικές συνθήκες.

Για παράδειγμα, τα φωσφολιπίδια έχουν την φυσική τάση να σχηματίζουν λιποσώματα, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως στοχευμένα μόρια για τη χορήγηση φαρμάκων. Έχουν επίσης την καλή ιδιότητα της γαλακτωματοποίησης για την σταθεροποίηση των γαλακτωμάτων. Επιπλέον έχουν την ιδιότητα της διαβροχής.

Αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην επικάλυψη του φαρμάκου για την παροχή υδροφιλίας σε υδρόφοβα φάρμακα. Αυτές οι τρεις ιδιότητες χρησιμοποιούνται σε διάφορες διαδικασίες κατασκευής φαρμάκων.

Η μεταβολή των αλειφατικών αλυσίδων και αλκοολών οδηγεί στην εμφάνιση ποικιλιών φωσφολιπιδίων. Επιπλέον, διαφορετικές πηγές φωσφολιπιδίων ενισχύουν ποικιλίες φωσφολιπιδίων.

Η ευελιξία των λιποσωμάτων τα καθιστά ιδανικά για διάφορες θεραπευτικές εφαρμογές στην ανοσολογία, τη θεραπεία όγκων, την μεταφορά των γονιδίων, την αντιική θεραπεία και κυρίως για την παροχή φαρμάκων και πρωτεϊνών.

Επιπλέον, τα λιποσώματα είναι κυστίδια φτιαγμένα από φωσφορικά άλατα, επομένως μια διπλοστοιβάδα φωσφολιπιδίων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αρκετά πλεονεκτήματα στην κλινική και προκλινική χρήση του.

Το πρώτο είναι η αύξηση της ενδοκυτταρικής χορήγησης φαρμάκου, αφού το λιπόσωμα μπορεί να συγχωνευθεί με την εξωτερική διπλή στιβάδα του κυττάρου και κατά συνέπεια να απελευθερώσει αποτελεσματικότερα το φάρμακο.

Αυτή η μέθοδος είναι πιο αποτελεσματική από τις πιο αποτελεσματικές για παράδειγμα και θα μπορούσε να αυξήσει την θεραπευτική δράση του φαρμάκου έναντι τόσο των ενδοκυτταρικών όσο και των εξωκυτταρικών παθογόνων.

Τα λιποσώματα χρησιμοποιούνται ως φορείς για την ελεγχόμενη απελευθέρωση φαρμάκου, η οποία μειώνει τις τοξικές επιδράσεις των φαρμάκων στο σώμα.

Το φάρμακο θα μπορεί να προστατεύεται από το εξωτερικό περιβάλλον και επομένως δεν θα στοχεύει τους ακούσιους ιστούς.

Τα λιποσώματα αποτελούνται από βιοσυμβατό και βιοαποικοδομήσιμο υλικό, το οποίο καθιστά ασφαλή τον τρόπο χορήγησης φαρμάκων.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν ορισμένα μειονεκτήματα που σχετίζονται με αυτό το σύστημα παράδοσης. Για παράδειγμα, τα λιποσώματα θα μπορούσαν να είναι φυσικοχημικά, αρκετά ασταθή.

Ο δεσμός στη διπλή στιβάδα μπορεί να υδρολυθεί και το φάρμακο μπορεί να διαρρεύσει εξαιτίας της σύντηξης λιποσωμάτων για το σχηματισμό μεγαλύτερων σωματιδίων. Επιπλέον, τα λιποσώματα θα μπορούσαν να απομακρυνθούν γρήγορα από το σύστημα κυκλοφορίας κατά τη διαδικασία του δικτυοενδοθηλιακού συστήματος.

Επίσης, είναι δύσκολο να αποστειρωθούν τα λιποσώματα αφού η διπλή στιβάδα φωσφολιπιδίων είναι ευαίσθητη στη θερμότητα.

Άλλα μειονεκτήματα μπορεί να περιλαμβάνουν το υψηλό κόστος παραγωγής.

Κίνδυνοι και δεοντολογικές επιπτώσεις

Πολλοί κίνδυνοι μπορεί να συνοδεύονται από τη χρήση λιποσωμάτων στα συστήματα παροχής φαρμάκων. Τέτοιοι κίνδυνοι μπορεί να περιλαμβάνουν τον σχηματισμό ανεπιθύμητων αποικοδομητών, μετά την αποικοδόμηση του λιποσώματος. Τέτοια αποικοδομητικά μπορεί να έχουν επικίνδυνες επιδράσεις σε ορισμένα κύτταρα ή ιστούς.

Επίσης, ορισμένα επίπεδα pΗ έχουν δείξει αποτέλεσμα αποσταθεροποίησης στα λιποσώματα. Για παράδειγμα, αν αναμειχθεί με ρυθμιστικά διαλύματα ή σε ορισμένες περιοχές του σώματος, μπορεί να προκύψει η πιθανότητα συσσωμάτωσης ή και διαρροής των φαρμάκων που περιέχονται στο λιπόσωμα. Η διαρροή φαρμάκου θα μπορούσε επίσης να είναι αποτέλεσμα της χημικής αστάθειας των λιποσωμάτων, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, που οδηγεί στη σύντηξη περιεχόμενων φαρμάκων ή μορίων. Αυτό μπορεί να προκαλέσει σοβαρούς κινδύνους για τον οργανισμό γενικότερα.

Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένα ηθικά ζητήματα που σχετίζονται με τη χρήση λιποσωμάτων ως φορείς των φαρμάκων. Το πρώτο ζήτημα είναι η αλλαγή του γονιδιώματος ενός ατόμου. Τα λιποσώματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παροχή ορισμένων γονιδίων / DΝΑ στην περίπτωση ενός γονιδίου που λείπει ή ενός που πρέπει να αντικατασταθεί.

Αυτό εγείρει το ζήτημα της έκτασης της δεοντολογίας της χρήσης λιποσωμάτων σε τέτοιες περιπτώσεις. Ορισμένα άτομα, που ανήκουν σε διαφορετικές θρησκείες, για παράδειγμα, μπορούν να αρνηθούν εντελώς μια τέτοια ιδέα. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι αυτή η τεχνολογία παρεμβαίνει στη φυσική διαδικασία της δημιουργίας του ανθρώπου, στην οποία δεν θα πρέπει να «παρεμβαίνει» ο άνθρωπος.

Επίσης, σύμφωνα με ορισμένα ερευνητικά τμήματα, η υποβολή σε θεραπείες που χρησιμοποιούν νανοτεχνολογία, όπως τα λιποσώματα, θα επιτρέψει την αύξηση μιας τεράστιας συλλογής δεδομένων κυτταρικών επιπέδων για τα άτομα.

Αυτό πάλι μπορεί να μας επιτρέψει να σκεφτούμε αν αυτή η διαδικασία είναι ηθική ή όχι και πόσα δεδομένα θα πρέπει να αποκτηθούν από έναν ασθενή για να θεωρηθεί ηθική αυτή.

Α) Φυσική σταθερότητα

Τα κυστίδια που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια των διαδικασιών σχηματισμού λιποσωμάτων έχουν διαφορετικά μεγέθη. Κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης, τα κυστίδια τείνουν να συσσωματώνονται και να αυξάνονται στα επίπεδα για να επιτευχθεί μία θερμοδυναμικά ευνοϊκή κατάσταση.

Κατά την αποθήκευση, η διαρροή του φαρμάκου από τα κυστίδια μπορεί να προκαλέσει σύντηξη και σπάσιμο. Αυτό επιδεινώνει τη φυσική σταθερότητα του λιποσωμικού φαρμακευτικού προϊόντος. Επομένως, η μορφολογία και η κατανομή μεγέθους των κυστιδίων είναι σημαντικές παράμετροι για την εκτίμηση της φυσικής σταθερότητας.

Χρησιμοποιείται μια ποικιλία τεχνικών για την εκτίμηση της οπτικής εμφάνισης (μορφολογία και μέγεθος των φλυκταινών όπως η σκέδαση του φωτός και η ηλεκτρονική μικροσκοπία). Η χοληστερόλη καθιστά τη λιπιδική μεμβράνη ισχυρότερη αλλά η συγκέντρωσή της δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από 50% στην δομή του λιποσώματος αναφορικά με την σταθεροποίηση και διατήρηση του βιοδραστικού μορίου στον πυρήνα του λιποσώματος.

Η φυσική σταθερότητα μπορεί να διατηρηθεί αποφεύγοντας την περίσσεια ακορεστότητας στα φωσφολιπίδια καθώς υπόκεινται σε απλή υπεροξείδωση και διατηρώντας τις συνθήκες του pΗ, φυλάσσονται σε θερμοκρασία4 °C χωρίς πάγωμα και έκθεση φωτός.

Β) Χημική σταθερότητα

Τα φωσφολιπίδια είναι χημικά ακόρεστα λιπαρά οξέα, επιρρεπή σε οξείδωση και υδρόλυση, τα οποία μπορεί να μεταβάλλουν τη σταθερότητα του φαρμακευτικού προϊόντος.

Το pΗ, η ιοντική ισχύς, το σύστημα διαλυτών και ταείδη που έχουν υποστεί βλάβη παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στη διατήρηση μιας λιποσωματικής διαμόρφωσης. Η υποβάθμιση της οξείδωσης συνεπάγεται το σχηματισμό κυκλικών υπεροξειδίων και υδροξυπεροξειδάσεων λόγω του αποτελέσματος της δημιουργίας ελευθέρων ριζών στην διαδικασία οξείδωσης.

Τα λιποσώματα μπορούν να προληφθούν από οξειδωτική αποικοδόμηση χωρίς την έκθεσή τους στο φως, προσθέτοντας αντιοξειδωτικά όπως α-τοκοφερόλη ή βουτυλιωμένο υδροξυλολουόλιο (ΒΗΤ), παράγοντας το προϊόν σε αδρανές περιβάλλον (παρουσία αζώτου ή αργού) ή με προσθήκη ΕϋΤΑ με την αφαίρεση ιχνών βαρέων μετάλλων.

Η υδρόλυση του δεσμού εστέρα στη θέση C-4 του τμήματος γλυκερόλης των φωσφολιπιδίων οδηγεί στον σχηματισμό της λυσο-φωσφατιδυλοχολίνης (lysoPC). Αυτό θα ενισχύσει τη διαπερατότητα των λιποσωμικών περιεχομένων. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος του ορίου lyso-PC στο φαρμακευτικό προϊόν των λυσοσωμάτων καθίσταται σημαντικό. Μπορεί να επιτευχθεί με τη διαμόρφωση λυσο-ΡΟ ελεύθερων λιποσώματων.

Μηχανισμός δράσης των λιποσωμάτων

Ένα λιπόσωμα αποτελείται από μία περιοχή υδατικού διαλύματος μέσα σε μία υδρόφοβη μεμβράνη. Τα υδρόφοβα χημικά μπορούν εύκολα να διαλυθούν στις λιπιδικές μεμβράνες.

Με αυτόν τον τρόπο τα λιποσώματα είναι ικανά να φέρουν τόσο υδρόφιλα όσο και υδρόφοβα μόρια ενώ η έκταση της θέσης του φαρμάκου θα εξαρτάται από τα φυσικοχημικά του χαρακτηριστικά και τη σύνθεση του λιπιδίου.

Για την απελευθέρωση των απαραίτητων μορίων φαρμάκου στη θέση δράσης, οι λιπιδικές διπλοστοιβάδες συντήκονται με άλλες διπλοστοιβάδες του κυττάρου (κυτταρική μεμβράνη) για να απελευθερώσουν το λιποσωμικό περιεχόμενο.

Βήματα λιποσφαιρική δράσης

  1. Προσρόφηση: Η προσρόφηση των λιποσωμάτων στις κυτταρικές μεμβράνες προκαλεί την επαφή της με την κυτταρική μεμβράνη.
  2. Ενδοκυττάρωση: Προσρόφηση λιποσωμάτων στην μεμβράνη κυτταρικής επιφάνειας ακολουθούμενη από καταπόνηση και εσωτερικοποίηση στα λιποσώματα.
  3. Σύντηξη: Η συγχώνευση των λιπιδικών διπλοστοιβάδων των λιποσωμάτων με τη λιποειδή κυτταρική μεμβράνη με πλευρική διάχυση και ανάμειξη των λιπιδίων οδηγεί σε άμεση απελευθέρωση λιποσωματικών περιεχομένων στο κυτταρόπλασμα.
  4. Ανταλλαγή λιπιδίων: Λόγω της ομοιότητας της λιποσωματικής μεμβράνης με φωσφολιπίδια με κυτταρική μεμβράνη, οι πρωτεΐνες μεταφοράς λιπιδίων στην κυτταρική μεμβράνη αναγνωρίζουν εύκολα λιποσώματα και προκαλούν ανταλλαγή λιπιδίων.

Για παράδειγμα, στην περίπτωση καρκινικών κυττάρων όπου αναλώνουν μεγάλες ποσότητες λιπών για να επιτευχθεί η διαδικασία της ταχείας ανάπτυξης, αναγνωρίζουν τα λιποσώματα (τα οποία μεταφέρουν το φάρμακο κατά του καρκίνου) ως πιθανή πηγή διατροφής. Όταν στοχεύονται από λιποσώματα, απορροφώνται.

Μόλις απελευθερωθούν τα αντικαρκινικά φάρμακα από το λιπόσωμα στην περιοχή, τα καρκινικά κύτταρα σκοτώνονται από το φάρμακο.

Μειονεκτήματα των λιποσωμάτων

Το σύστημα χορήγησης φαρμάκων με βάση τα λιπίδια είναι δαπανηρό να παράγεται, συνεπώς το κόστος παραγωγής είναι υψηλό. Το κόστος είναι υψηλό λόγω του υψηλού κόστους που συνδέεται με τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στα λιπιδικά έκδοχα καθώς και του ακριβού εξοπλισμού που απαιτείται για την αύξηση της παραγωγής.

Αποστείρωση

Η αποστείρωση λιποσωμάτων είναι ένα περίπλοκο αίνιγμα, καθώς τα λιποσώματα είναι ευαίσθητα σε υψηλές θερμοκρασίες και σε ορισμένες μεθόδους ακτινοβολίας.

Η αποστείρωση με χημικά δεν αποτελεί βιώσιμη επιλογή, καθώς μπορεί να επηρεάσει τη σταθερότητα των λιποσωμάτων.

Για την παραγωγή στείρων λιποσωμάτων, υπάρχει μόνο η μέθοδος διήθησης μέσω φίλτρου μεμβράνης 0,22 μm. Αυτή η μέθοδος δεν είναι κατάλληλη εάν τα λιποσώματα είναι μεγαλύτερα από 0,2 μm σε διάμετρο και δεν αφαιρούν τους ιούς.

Σύντομη διάρκεια ζωής και σταθερότητα

Για να είναι ένα φαρμακευτικό προϊόν βιώσιμο στην αγορά, απαιτείται το προϊόν να είναι σταθερό σε κάποια μορφή για τουλάχιστον ένα έως δυόμιση χρόνια.

Για να επιτευχθεί αυτό, είναι πολύ δύσκολο αν τα λιποσώματα παραμένουν σε εναιώρημα. Μετά την παραγωγή, η ξήρανση με κατάψυξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αυξήσει την σταθεροποίηση των λιποσωμάτων.

Δύο παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στη σταθερότητα των λιποσωμάτων και συγκεκριμένα στη χημική και φυσική υποβάθμιση.

Αποικοδομούν χημικά μέσω οξείδωσης και υδρόλυσης.

Για να μειωθεί η οξείδωση και η υδρόλυση, χρησιμοποιούνται μόνο φρέσκα και νέα αντιδραστήρια υψηλότερης ποιότητας, αποφεύγονται μέθοδοι που έχουν υψηλές θερμοκρασίες, χρησιμοποιείται αδρανές περιβάλλον για να αποθηκευτούν τα λιποσώματα, να αποξυγονωθούν τα υδατικά διαλύματα και να κάνουν όλη την Παρασκευή με την απουσία του οξυγόνου. Τέλος, μπορεί να προστεθεί ένα αντιοξειδωτικό όπως η α-τοκοφερόλη.

Η φυσική αποικοδόμηση αποδίδεται συχνότερα στη διαφορά στην πυκνότητα συσκευασίας των λιπιδίων στη δομή διπλής στιβάδας. Αυτό μπορεί να σταθεροποιηθεί με «ωρίμανση» των λιποσωμάτων σε θερμοκρασία όμοια με τη θερμοκρασία που χρησιμοποιείται στη μεταβατική φάση, έως ότου εξισορροπήσει η διάταξη των λιπιδίων.

Το φαινόμενο της σύντηξης είναι πολύ συνηθισμένο μεταξύ των λιποσωμάτων που είναι ο λόγος στον οποίο οφείλεται η αστάθεια τους. Η αστάθεια περιορίζεται με την προσθήκη χοληστερόλης στο μίγμα λιπιδίων για να αυξηθεί η θερμοκρασία μετάβασης.

Οι διαφορετικοί τύποι λιποσωμάτων έχουν διαφορετικά προβλήματα όταν αλλάζει η σύνθεση της μεμβράνης. Αυτό το φαινόμενο οδηγεί στη δημιουργία θερμοευαίσθητων λιποσωμάτων. Τα λιποσώματα απελευθερώνουν το φάρμακο μόλις η θερμοκρασία είναι αρκετά υψηλή. Η φυσική αποικοδόμηση είναι ένας σημαντικός παράγοντας όταν τα συνθετικά σκευάσματα λυοφιλοποιούνται. Για την παρασκευή των λυοφιλιωμένων προϊόντων προστίθεται κρύο προστατευτικό προϊόν για να εξασφαλιστεί η σταθερότητά του κατά το χρόνο της ανασύστασης.

Το λιπόσωμα ως φορέας φαρμάκων

Το λιπόσωμα είναι ένας ιδανικός φορέας φαρμάκων και πρέπει να είναι σε θέση να παγιδεύει το φάρμακο σε θεραπευτική δόση. Διαφορετικά η ποσότητα των λιπιδίων και άλλων συστατικών των λιποσωμάτων μπορεί να γίνει τοξική. Επομένως, η μέθοδος παγίδευσης είναι ύψιστης σημασίας.

Όταν η παγίδευση του φαρμάκου είναι χαμηλή, μέθοδοι όπως η ενεργή φόρτωση χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση της παγίδευσης, αφού τα λιποσώματα παγιδεύουν χαμηλή ποσότητα φαρμάκου. Αυτή η μέθοδος περιλαμβάνει τη χρήση ενός «αφόρτιστου» φαρμάκου που μπορεί εύκολα να διασχίσει τη λιπιδική διπλοστοιβάδα σε μη φορτισμένη μορφή (το φάρμακο αδυνατεί να ξεφύγει από το εσωτερικό του λιποσώματος στη φορτισμένη μορφή). Το αποτέλεσμα μπορεί να δημιουργηθεί με την παγίδευσή του σε ένα περιβάλλον χαμηλού pΗ μέσα στο λιπόσωμα και με την εναιώρηση των κυστιδίων σε ένα περιβάλλον ουδέτερου pΗ, το οποίο περιέχει το φάρμακο.

Απομάκρυνση από την κυκλοφορία από το δίκτυο-ενδοθηλιακό σύστημα (RES)

Ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια του συστήματος χορήγησης λιποσφαιριδίων είναι η ταχεία κάθαρση από την κυκλοφορία του αίματος από τα φαγοκυτταρικά κύτταρα του συστήματος ΑΠΕ ή μονοπύρηνων φαγοκυττάρων (MPS). Η ταχύτητα με την οποία λαμβάνει χώρα η πρόσληψη εξαρτάται από ορισμένους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένου του μεγέθους και του φορτίου των λιποσωμάτων, καθώς τα μεγαλύτερα απομακρύνονται από την κυκλοφορία γρηγορότερα από τα μικρότερα.

Τα λιποσώματα συσσωρεύονται στο ήπαρ και στον σπλήνα, λόγω της πλούσιας παροχής αίματος καθώς και της ποσότητας των μακροφάγων που συσσωρεύονται εκεί.

Έχουν έρθει στο φως κάποιες μέθοδοι για την παράταση του χρόνου κυκλοφορίας, όπως η σύνθεση μεγάλων λιποσωμάτων που κυκλοφορούν ή των λεγόμενων LCL. Αυτά τα λιποσώματα διαμορφώνονται με διαφορετικούς τρόπους, όπως η επικάλυψη του λιποσώματος με πολυαιθυλενογλυκόλη(PEG).

Αυτοί οι τύποι λιποσωμάτων αναφέρονται ως λιποσώματα stealth. Μία άλλη εναλλακτική λύση είναι η χοληστερίνη και η σφινομυελίνη (SM) στην τυποποίηση για να αυξηθεί το TC του σκευάσματος. Αυξάνει τη σταθερότητα στο πλάσμα και μειώνει την πρόσληψη από το RES.

Ω3: Αναλογία πρόσληψης DHA – EPA

Ποια είναι τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα

Τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα βρίσκονται σε λιπαρά στρώματα ψαριών και οστρακοειδών, στο λιναρόσπορο, τα έλαια φυκιών και σε άλλα εμπλουτισμένα τρόφιμα. Μπορούν επίσης μια καλή πηγή για τα ωμέγα-3 να αποτελέσουν τα συμπληρώματα. Οι πηγές διατροφής και συμπλήρωσης αυτών των λιπαρών οξέων διαφέρουν στις μορφές και τις ποσότητες που περιέχουν.

Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι ω-3 λιπαρών οξέων:

Τα μακράς αλύσου ωμέγα-3 λιπαρά οξέα είναι ΕΡΑ (εικοσαπεντανοϊκό οξύ) και DHA (εικοσιδυαεξανοϊκό οξύ). Αυτά βρίσκονται σε μεγάλες ποσότητες στα ψάρια και τα οστρακοειδή. Τα φύκια συχνά παρέχουν μόνο DHA.

Τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας είναι ALA (άλφα-λινολενικό οξύ). Αυτά βρίσκονται σε φυτά, όπως ο λιναρόσπορος. Αν και ωφέλιμα, τα λιπαρά οξέα ALA έχουν λιγότερα ισχυρά οφέλη για την υγεία από τα EPA και DHA. Θα πρέπει να λαμβάνονται σε τεράστιες ποσότητες ώστε να προσφέρουν τα ίδια οφέλη με τα ψάρια. Εκτός από τα ωμέγα-3, τα ψάρια έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, βιταμίνες και μέταλλα και είναι χαμηλά σε κορεσμένα λιπαρά.

Εκατοντάδες μελέτες υποδεικνύουν ότι τα ωμέγα-3 μπορούν να προσφέρουν κάποια οφέλη σε ένα ευρύ φάσμα ασθενειών όπως: ο καρκίνος, το άσθμα, η κατάθλιψη, η καρδιαγγειακή νόσος, ADHD και αυτοάνοσες ασθένειες, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα.

Πώς θα μπορούσαν τα λιπαρά οξέα να είναι τόσο ευεργετικά για τόσες πολλές διαφορετικές περιπτώσεις:

Όλες αυτές οι ασθένειες έχουν μια κοινή γένεση στη φλεγμονή, λέει ο Joseph C. Maroon, MD, καθηγητής και αντιπρόεδρος του τμήματος νευρολογικής χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο του Pittsburgh School of Medicine και μελετητής του ιχθυελαίου. Ως φυσικό αντιφλεγμονώδες, όπως ο Maroon υποστηρίζει, σε αρκετά μεγάλες ποσότητες τα ωμέγα-3 λιπαρά μειώνουν τη φλεγμονώδη διαδικασία που οδηγεί σε πολλές χρόνιες παθήσεις.

Για αυτούς και για άλλους λόγους, το Τμήμα Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών (HHS), το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA) και η Αμερικανική Διαιτητική Ένωση συνιστούν για τη διατροφή δύο μερίδες ψαριών κάθε εβδομάδα.

Ένα άλλο λιπαρό οξύ: Ωμέγα-6 λιπαρά οξέα

«Δυστυχώς, η αμερικανική διατροφή είναι άφθονη σε ωμέγα-6», λέει ο Jeffrey Bost, PAC, Κλινικός εκπαιδευτής στο τμήμα της νευροχειρουργικής στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ και επίσης Συγγραφεας-μελετητής του Ιχθυέλαιου.

«Είναι σχεδόν τα πάντα που τρώμε», λέει. Η διατροφή μας έχει μετατοπιστεί από φρέσκα λαχανικά και ψάρια σε τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ωμέγα-6, όπως μπισκότα και βόειο κρέας από ζώα που τρέφονται με καλαμπόκι.

Πριν από την εισαγωγή κόκκων, λιπών και τεχνητών ουσιών, λέει ο Maroon, η αναλογία των ωμέγα-6 στα ωμέγα-3 ήταν δύο προς μία. Σήμερα καταναλώνουμε τουλάχιστον 20 φορές περισσότερα ωμέγα-6 από τα ωμέγα-3. Το πρόβλημα είναι ότι υπερβολικές ποσότητες ω-6 λιπαρών οξέων μπορούν να προωθήσουν τη φλεγμονή, ένα βασικό βήμα σε πολλές χρόνιες ασθένειες.

Ισχυρά οφέλη για την υγεία των ωμέγα-3:

Πολλές μελέτες που τεκμηριώνουν τα οφέλη των ωμέγα-3 έχουν διεξαχθεί με συμπληρωματικές ημερήσιες δόσεις μεταξύ 2 και 5 γραμμαρίων EPA και DHA, περισσότερο από ό,τι θα μπορούσε να προσληφθεί σε 2 μερίδες ψαριών την εβδομάδα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τρώγοντας ψάρια είναι η λύση. Για παράδειγμα, μια μελέτη του National Eye Institute του 2003 έδειξε ότι τα άτομα ηλικίας 60 έως 80 ετών που τρώνε ψάρια περισσότερο από δύο φορές την εβδομάδα ήταν εξίσου πιθανό να αναπτύξουν εκφυλισμό της ωχράς κηλίδας, όπως εκείνα που δεν έφαγαν καθόλου ψάρια.

Ωμέγα-3 λιπαρά οξέα ως τρόφιμα εγκεφάλου:

Το DHA είναι ένα από τα πλέον διαδεδομένα λιπαρά οξέα στον εγκέφαλο. Ένα Ινστιτούτο για την Υγιή Γήρανση μελέτησε αναλύσεις περισσότερων από 800 ανδρών και γυναικών ηλικίας 65 έως 94 ετών. Όσοι έτρωγαν ψάρια τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα ήταν πολύ λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν νόσους Αλτσχάιμερ από εκείνους που δεν έτρωγαν.

Μια άλλη μελέτη με περισσότερους από 2.000 Νορβηγούς, ηλικίας 70 έως 74 ετών, χρησιμοποίησε ερωτηματολόγια συχνότητας τροφίμων για να αξιολογήσει την κατανάλωση πέντε διαφορετικών τύπων ψαριών. Οι ερευνητές διεξήγαγαν στη συνέχεια γνωστικές εξετάσεις. Εκείνοι που έτρωγαν ψάρια οποιουδήποτε είδους ήταν δύο έως τρεις φορές λιγότερο πιθανό να παρουσιάσουν κακή απόδοση στα τεστ.

Γίνεται έτσι μια αναγνώριση ότι τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα είναι καλά για τον εγκέφαλο. Ωστόσο, υπάρχουν δύο ακόμα οξέα, το εικοσαπεντανοϊκό οξύ (ΕΡΑ) και το εικοσιδυαεξανοϊκό οξύ (DHA).

Το πρώτο ατύχημα του μάρκετινγκ είναι συνήθως η αλήθεια. Η πραγματικότητα είναι ότι τα δύο βασικά ωμέγα-3 λιπαρά οξέα (EPA και DHA) κάνουν πολλά διαφορετικά πράγματα και ως εκ τούτου τα οφέλη του ΕΡΑ και του DHA είναι συχνά πολύ διαφορετικά. Γι ‘αυτό ο οργανισμός χρειάζεται απαραίτητα και τα δύο. Αλλά για ποιο λόγο, επιτρέψτε μου να πάω σε περισσότερες λεπτομέρειες.

Οφέλη από τα ΕΡΑ:

Ο απώτερος στόχος της χρήσης των ωμέγα-3 λιπαρών οξέων είναι η μείωση της κυτταρικής φλεγμονής. Δεδομένου ότι τα εικοσανοειδή που προέρχονται από αραχιδονικό οξύ (ΑΑ), ένα ωμέγα-6 λιπαρό οξύ, είναι οι κύριοι μεσολαβητές της κυτταρικής φλεγμονής, η ΕΡΑ γίνεται το πιο σημαντικό από τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα για να μειώσει την κυτταρική φλεγμονή για διάφορους λόγους.

Πρώτον, η ΕΡΑ είναι ένας αναστολέας του ενζύμου δέλτα-5-δεσατουράσης (D5D) που παράγει AA.

…Αυτό ουσιαστικά αποβάλλει την παροχή ΑΑ που είναι απαραίτητη για την παραγωγή προ-φλεγμονωδών εικοσανοειδών (προσταγλανδίνες, θρομβοξάνες, λευκοτριένια, κλπ.).

Το DHA δεν είναι αναστολέας αυτού του ενζύμου επειδή δεν μπορεί να χωρέσει στην ενεργό καταλυτική θέση του ενζύμου λόγω του μεγαλύτερου χωροταξικού του μεγέθους. Πρόσθετο πλεονέκτημα είναι πως το ΕΡΑ ανταγωνίζεται επίσης την ΑΑ για το ένζυμο φωσφολιπάση Α2 που είναι απαραίτητη για την απελευθέρωση του ΑΑ από τα φωσφολιπίδια της μεμβράνης (όπου αποθηκεύεται). Η αναστολή αυτού του ενζύμου είναι ο μηχανισμός δράσης που χρησιμοποιείται από τα κορτικοστεροειδή. Αν υπαρχουν επαρκή επίπεδα EPA για να ανταγωνιστούν την ΑΑ (δηλαδή μια χαμηλή αναλογία ΑΑ / ΕΡΑ), συνεπάγονται πολλά από τα οφέλη των κορτικοστεροειδών αλλά χωρίς τις παρενέργειες τους.

Αυτό συμβαίνει επειδή αν δεν απελευθερωθεί το ΑΑ από την κυτταρική μεμβράνη τότε δεν μπορεί να υπάρξουν με τη σειρά τους φλεγμονώδη εικοσανοειδή.

Λόγω των αυξημένων χωρικών διαστάσεών του, το DHA δεν είναι καλός ανταγωνιστής της φωσφολιπάσης Α2 σε σχέση με το ΕΡΑ. Από την άλλη πλευρά, η ΕΡΑ και η ΑΑ είναι πολύ παρόμοιες χωρικά έτσι βρίσκονται σε συνεχή ανταγωνισμό για το ένζυμο φωσφολιπάσης Α2 ακριβώς όπως και τα δύο λιπαρά οξέα βρίσκονται σε συνεχή ανταγωνισμό για το ένζυμο δεσατουράσης δέλτα-5.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η μέτρηση αναλογίας AA / EPA είναι ένας τόσο ισχυρός προγνωστικός παράγοντας της κατάστασης της κυτταρικής φλεγμονής στο ανθρώπινο σώμα.

Τα διάφορα ένζυμα (COX και LOX) που παράγουν φλεγμονώδη εικοσανοειδή μπορούν να φιλοξενήσουν τόσο ΑΑ όσο και ΕΡΑ, αλλά και πάλι λόγω του μεγαλύτερου χωροταξικού μεγέθους του DHA, τα ένζυμα αυτά θα έχουν δυσκολία στη μετατροπή του DHA σε εικοσανοειδή. Αυτό κάνει το DHA ένα φτωχό υπόστρωμα για αυτά τα βασικά φλεγμονώδη ένζυμα. Έτσι, το DHA έχει και πάλι μικρή επίδραση στην κυτταρική φλεγμονή, ενώ το EPA μπορεί να έχει ισχυρό αντίκτυπο.

Τέλος, συνηθίζεται να υποστηρίζεται ότι ακόμα κι αν δεν υπάρχουν υψηλά επίπεδα ΕΡΑ στον εγκέφαλο, δεν είναι σημαντικό για νευρολογική λειτουργία.

Στην πραγματικότητα, είναι βασικό για τη μείωση της νευρο-φλεγμονής, ανταγωνιζόμενη την ΑΑ για πρόσβαση στα ίδια ένζυμα που απαιτούνται για την παραγωγή φλεγμονωδών εικοσανοειδών.

Ωστόσο, όταν το ΕΡΑ εισέλθει στον εγκέφαλο, οξειδώνεται ταχέως. Αυτό δεν συμβαίνει με το DHA.

Ο μόνος τρόπος για τον έλεγχο της κυτταρικής φλεγμονής στον εγκέφαλο είναι η διατήρηση υψηλών επιπέδων EPA στο αίμα.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όλες οι έρευνες για την κατάθλιψη, την ADHD, το εγκεφαλικό τραύμα κλπ δείχνουν ότι το EPA είναι ανώτερο από το DHA.

Οφέλη από το DHA:

Σε αυτό το σημείο, ίσως να νομίζετε ότι το DHA είναι ασήμαντο. Στην πραγματικότητα ισχύει ακριβώς το αντίθετο, επειδή το DHA μπορεί να κάνει πολλά διαφορετικά πράγματα που δεν μπορεί να κάνει το EPA.

Η πρώτη διαφορά είναι στην περιοχή του μεταβολισμού των λιπαρών οξέων ωμέγα-6. Ενώ το ΕΡΑ είναι ο αναστολέας του ενζύμου (D5D) που παράγει άμεσα ΑΑ, το DHA είναι ένας αναστολέας ενός άλλου βασικού ενζύμου δέλτα-6-δεσατουράσης (D6D) που παράγει τον πρώτο μεταβολίτη από λινελαϊκό οξύ γνωστό ως γ-λινολενικό οξύ ή GLA . Ωστόσο, αυτό δεν είναι ακριβώς ένα πλεονέκτημα.

Παρόλο που η μείωση της GLA θα μειώσει τελικά την παραγωγή ΑΑ, έχει επίσης την πιο άμεση επίδραση στη μείωση της παραγωγής του επόμενου μεταβολίτη γνωστού ως γάμμα λινολενικό οξύ ή DGLA. Αυτό μπορεί να είναι μια καταστροφή καθώς ένας μεγάλος αριθμός ισχυρών αντιφλεγμονωδών εικοσανοειδών προέρχονται από το DGLA. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, αν χρησιμοποιηθεί υψηλή δόση DHA, είναι απαραίτητο να προστεθούν μεγάλες ποσότητες GLA για να υπάρξουν επαρκή επίπεδα DGLA ώστε να συνεχιστεί η παραγωγή αντιφλεγμονωδών εικοσανοειδών.

Πρακτικά το βασικό όφελος του DHA έγκειται στα μοναδικά χωρικά του χαρακτηριστικά. Επιπλέον, διπλός δεσμός (έξι σε DHA έναντι πέντε σε EPA) και αυξημένο μήκος άνθρακα (22 άνθρακες σε DHA έναντι 20 σε EPA) σημαίνει ότι η ανάληψη DHA καταλαμβάνει πολύ περισσότερο χώρο από ότι η ΕΡΑ στη μεμβράνη.

Αν και αυτή η αύξηση στον χωρικό όγκο καθιστά το DHA ένα φτωχό υπόστρωμα για τη φωσφολιπάση Α2 καθώς και τα ένζυμα COX και LOX, κάνει έντονες διαδικασίες στην δημιουργία μεμβρανών (ειδικά εκείνες στον εγκέφαλο) πολύ πιο ρευστές καθώς το DHA σαρώνει πολύ μεγαλύτερο όγκο στη μεμβράνη από ότι η ΕΡΑ. Αυτή η αύξηση της ρευστότητας της μεμβράνης είναι κρίσιμη για τα συναπτικά κυστίδια και τον αμφιβληστροειδή του οφθαλμού καθώς επιτρέπει στους δέκτες να περιστρέφονται πιο αποτελεσματικά αυξάνοντας έτσι τη μετάδοση σημάτων από την επιφάνεια της μεμβράνης στο εσωτερικό των νευρικών κυττάρων. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το DHA αποτελεί κρίσιμο συστατικό αυτών των εξαιρετικά υγρών τμημάτων των νεύρων. Από την άλλη πλευρά, η μεμβράνη μυελίνης είναι ουσιαστικά ένας μονωτής έτσι ώστε να βρίσκεται σχετικά μικρό DHA σε αυτό το τμήμα της μεμβράνης.

Αυτή η συνεχής σαρωτική κίνηση του DHA προκαλεί επίσης τη διάσπαση των λιπιδικών “σχεδίων” στις μεμβράνες.

Η διάσπαση αυτών των σχετικώς στερεών λιπιδίων καθιστά δυσχερέστερη την επιβίωση των καρκινικών κυττάρων και την δυσκολία για τις φλεγμονώδεις κυτοκίνες να ξεκινήσουν τις ανταποκρίσεις σηματοδότησης για να ενεργοποιήσουν τα φλεγμονώδη γονίδια.

Επιπλέον, τα μεγαλύτερα χωρικά χαρακτηριστικά του DHA αυξάνουν το μέγεθος των σωματιδίων LDL σε μεγαλύτερο βαθμό σε σύγκριση με την ΕΡΑ. Ως αποτέλεσμα, το DHA βοηθά στη μείωση της εισόδου αυτών των μεγεθυσμένων σωματιδίων LDL στα μυϊκά κύτταρα που ευθυγραμμίζουν την αρτηρία μειώνοντας έτσι την πιθανότητα ανάπτυξης αθηροσκληρωτικών βλαβών.

Έτσι, η αυξημένη χωρική περιοχή που εξαπλώθηκε από το DHA είναι είναι μια πλεονεκτική διαδικασία για να υπάρξουν μεγαλύτερες περιοχές μεμβρανών πιο υγρές ή σωματίδια λιποπρωτεϊνών, παρόλο που μειώνει τα οφέλη του DHA σε ανταγωνισμό με το ΑΑ για βασικά ένζυμα σημαντικά στην ανάπτυξη κυτταρικής φλεγμονής.

Κοινές επιδράσεις τόσο για το EPA όσο και για το DHA:

Τόσο η ΕΡΑ όσο και η DHA φαίνεται να είναι εξίσου επωφελείς. Ως παράδειγμα, και τα δύο είναι εξίσου αποτελεσματικά στη μείωση των επιπέδων των τριγλυκεριδίων. Αυτό πιθανώς οφείλεται στη σχετικά ισοδύναμη ενεργοποίηση του παράγοντα μεταγραφής γονιδίου (ΡΡΑΚ άλφα) που προκαλεί την ενισχυμένη σύνθεση των ενζύμων που οξειδώνουν λίπη σε σωματίδια λιποπρωτεϊνών. Υπάρχει επίσης προφανώς ίση ενεργοποίηση του αντι-φλεγμονώδους γονιδίου μεταγραφικού παράγοντα ΡΡΑΚ-γάμα. Και οι δύο φαίνεται να είναι εξίσου αποτελεσματικές στην παραγωγή ισχυρών αντιφλεγμονωδών εικοσανοειδών γνωστών ως resolvins. Τέλος, αν και οι δύο δεν έχουν καμία επίδραση στα επίπεδα ολικής χοληστερόλης, το DHA μπορεί να αυξήσει το μέγεθος του σωματιδίου LDL σε μεγαλύτερη έκταση από ότι μπορεί το EPA.

Ο λόγος EPA – DHA

Σε οποιαδήποτε δεδομένη ημέρα, περίπου το 60% του στερεού βάρους του εγκεφάλου του ανθρώπου είναι λίπος. Το υγιές λίπος παίζει έναν σημαντικό δομικό ρόλο στις μεμβράνες των κυττάρων του εγκεφάλου καθώς και έναν ζωτικό ρόλο στον τρόπο λειτουργίας των κυττάρων.

Για παράδειγμα, το ωμέγα-3 βασικό λιπαρό οξύ docosahexaenoic acid (DHA) αποτελεί το ένα τέταρτο του συνόλου του λίπους του εγκεφάλου και είναι το πιο αναγκαίο λίπος του εγκεφάλου για την κατασκευή μεμβρανών. Το εικοσαπενταενοϊκό οξύ (EPA) ως ω-3 λιπαρό οξύ βοηθά στην υποστήριξη της διάθεσης και της συναισθηματικής ισορροπίας.

Στην πραγματικότητα, σε μια νέα ερευνητική εργασία του Daniel Amen, MD και συνεργατών, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι σε ασθενείς με υψηλά επίπεδα ωμέγα-3, η ροή αίματος σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου αυξάνεται. Αυτό δείχνει μια συσχέτιση μεταξύ των υψηλότερων αποτελεσμάτων του δείκτη Ωμέγα-3 και της γενικότερης καλύτερης εγκεφαλικής και νοητικής υγείας.

Συμπέρασμα: Το EPA και το DHA κάνουν διαφορετικά πράγματα και λειτουργίες, οπότε και τα δύο, ειδικά για τον εγκέφαλο είναι αναγκαία. Εάν ο στόχος είναι η μείωση της κυτταρικής φλεγμονής, τότε πιθανόν να χρειαστεί περισσότερο EPA από το DHA. Ωστόσο για την καλύτερη και πιο ισορροπημένη λειτουργία του εγκεφάλου με τη χρήση ωμέγα-3 λιπαρών οξέων πρέπει να λαμβάνεται στη διατροφή ταυτόχρονα και ΕΡΑ και DHA.

Διγλυκινικός σίδηρος

Η έλλειψη σιδήρου είναι ο συνηθέστερος τύπος διατροφικής ανεπάρκειας. Το τι κάνει αυτό το μεταλλικό στοιχείο τόσο σημαντικό και πώς μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι ο άνθρωπος λαμβάνει την κατάλληλη ποσότητα θα το εξετάσουμε παρακάτω.

Σημάδια έλλειψης σιδήρου στον οργανισμό:

Ο σίδηρος βοηθάει στον μεταβολισμό των πρωτεϊνών και παίζει ρόλο στην παραγωγή αιμοσφαιρίνης και ερυθρών αιμοσφαιρίων, βοηθώντας στην πρόληψη της αναιμίας. Η έλλειψη σιδήρου συνδέεται συνήθως με την ανάπτυξη της αναιμίας

Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για την παραγωγή αιμοσφαιρίνης, μιας πρωτεΐνης που βρίσκεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια. Ο ρόλος της είναι η μεταφορά οξυγόνου από τους πνεύμονες σε ολόκληρο το σώμα και στα κύτταρα .Η ανεπάρκεια σιδήρου μπορεί να σημαίνει ότι δεν είναι σε θέση ο οργανισμός να παράγει αρκετά ερυθρά αιμοσφαίρια που μεταφέρουν οξυγόνο – επομένως το σώμα αγωνίζεται να μεταφέρει οξυγόνο στο μυαλό, τα ιστούς, τους μυς και τα κύτταρα, αφήνοντας την αίσθηση εξάντλησης και αδυναμίας.

Η ανεπάρκεια σιδήρου μπορεί να έχει τις ακόλουθες συνέπειες :

 

  • Αναιμία
  • Χρόνια κόπωση ή χαμηλά επίπεδα ενέργειας
  • Ανοιχτόχρωμο δέρμα ή κιτρίνισμα του δέρματος
  • Δυσκολία στην αναπνοή
  • Μη φυσιολογικούς καρδιακούς παλμούς
  • Σημάδια ανισορροπίας ορμονών
  • Πρόβλημα στην άσκηση
  • Μυϊκή αδυναμία
  • Αλλαγές στην όρεξη
  • Πρόβλημα με τον ύπνο
  • Αλλαγές στο βάρος
  • Βήχα
  • Πρόβλημα συγκέντρωσης και μνήμης
  • Πόνο στο στόμα ή τη γλώσσα
  • Μεταβολές στη διάθεση
  • Γενικά οποιοδήποτε άλλο σύμπτωμα προσδίδει την αίσθηση της κόπωσης

Ο σίδηρος δεν απορροφάται εύκολα, ακόμη και σε μορφή συμπληρώματος. Πρέπει να έχει μια συγκεκριμένη ποσότητα και ποιότητα. Ο σίδηρος που πρέπει να απορροφηθεί από τα κύτταρα των λεπτών εντέρων, και στη συνέχεια να ληφθει μέσω μιας σειράς αντιδράσεων ώστε να διατεθεί στον οργανισμό οφείλει να έχει συγκεκριμένη δομή και φυσικά ιδιαίτερη ποιότητα.

Και αυτό διότι οτιδήποτε δεν απορροφάται από το λεπτό έντερο κινείται στο παχύ έντερο. Το παχύ έντερο είναι γεμάτο από βακτήρια που ρυθμίζουν το περιβάλλον του εντέρου, υποστηρίζουν την κινητικότητα του εντέρου και την ποιότητα των κοπράνων και αποτρέπουν τη δυσκοιλιότητα. Ένα υγιές βιολογικό έντερο, με περισσότερα «καλά»βακτήρια σε σχέση με τα παθογόνα βακτήρια, σημαίνει υγιείς εντερικές κινήσεις.Η δυσκοιλιότητα υποδηλώνει ότι τα «κακά βακτηρίδια» στο έντερο έχουν ξεπεράσει τα «καλά». Εάν ο σίδηρος από το συμπλήρωμα δεν απορροφάται από το λεπτό έντερο, ταξιδεύει στο παχύ έντερο με αμφίβολα αποτελέσματα μια και μπορεί να τροφοδοτεί τα κακά βακτηρίδια.

Αυτή η κατάσταση των μη ισορροπημένων βακτηρίων ονομάζεται δυσβολία η οποία εκδηλώνεται από τα εξής συμπτώματα:

  • αέρια
  • φούσκωμα
  • δυσκοιλιότητα

Μια επιπλέον θεωρία είναι ότι ο ελεύθερος σίδηρος προκαλεί οξειδωτική βλάβη στο τοίχωμα του παχέος εντέρου, συμβάλλοντας στην «εντερική υπερδιαπερατότητα» ή στο «ευερέθιστο έντερο».

Ενώ η θεωρία αυτή ευσταθεί- ο σίδηρος όντως προκαλεί οξειδωτική βλάβη και η οξειδωτική βλάβη υπονομεύει την ακεραιότητα του εντερικού φραγμού – μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν μελέτες που να αποδεικνύουν ότι συνδέονται άμεσα.

Είναι σημαντικό λοιπόν ο σίδηρος να μεταβολιστεί στο λεπτό έντερο. Με την επιλογή ενός συμπληρώματος σιδήρου που θα απορροφηθεί γρήγορα στο λεπτό έντερο, οπότε δεν θα υπάρχει αρκετή ποσότητα για να τροφοδοτήσει τα επιβλαβή βακτήρια στο παχύ έντερο, τα επίπεδα σιδήρου μπορούν να ενισχυθούν και να υπάρχει ένα υγιές έντερο.

Υπάρχουν παράγοντες που πρέπει να παρατηρούνται σε ένα συμπλήρωμα για να μεγιστοποιηθεί η απορρόφησή του:

  1. Ιοντική Φόρτιση

Να διευκρινιστεί ότι τα μείγματα σιδήρου (οξείδια, υδροξείδια, άλατα) βρίσκονται σε δύο μορφές: σιδηρούχος, στην οποία ο σίδηρος έχει φορτίο δύο Fe2+), και σιδηρικός, όπου έχει φορτίο τρία (Fe3+).

Σιδηρικός σίδηρος λοιπόν έναντι σιδηρούχου σιδήρου. Η ετικέτα συστατικών στα συμπληρώματα σιδήρου συνήθως αναφέρει τον τύπο σιδήρου που χρησιμοποιείται στη σύνθεση. Μέρος αυτού του ονόματος θα είναι είτε «σιδηρούχα» είτε «σιδηρικά». Αυτό υποδηλώνει τι είδους ιοντική φόρτιση φέρει ο σίδηρος: ο σιδηρούχος σίδηρος είναι Fe2 + και ο σιδηρικός σίδηρος στο συμπλήρωμα σιδήρου είναι Fe3 +. Ο τελευταίος είναι πιο πιθανό να προκαλέσει δυσκοιλιότητα. Αυτό συμβαίνει γιατί ο σίδηρος θα απορροφηθεί μόνο στο λεπτό έντερο εάνβρίσκεται σε σιδηρούχα κατάσταση. Ο σιδηρικός μπορεί να μετατραπεί σε σιδηρούχο σίδηρο, αλλά μόνο μέσω μιας χημικής αντίδρασης που απαιτεί βιταμίνη C και άλλους παράγοντες. Φαίνεται απίθανο ότι όλος ο σιδηρικός σίδηρο σε ένα συμπλήρωμα θα μπορούσε να μετατραπεί πριν φτάσει στο λεπτό έντερο. Χωρίς μετατροπή σε σιδηρούχο φορτίο του, ο σιδηρικός σίδηρος δεν μπορεί να απορροφηθεί, έτσι θα ταξιδέψει στο παχύ έντερο και θα συμβάλει στη δυσβολία και τη δυσκοιλιότητα.

 

  1. Μορφή συμπληρωματικού σιδήρου

Ο συμπληρωματικός σίδηρος έρχεται σε πολλές μορφές. Η λήψη της πιο απορροφήσιμης μορφής είναι το κλειδί για την πρόληψη της δυσβολίας και της δυσκοιλιότητας.

Θειικός Σίδηρος & Φουμαρικός Σίδηρος

Το πρώτο αναφέρεται στον σίδηρο (λατινικό: σίδηρο) και το θειικό άλας και είναι ακριβώς αυτό που λέει: θειικός σίδηρος. Αυτό είναι ένα άτομο θείου που περιβάλλεται από τέσσερα άτομα οξυγόνου, συνδεδεμένο με ένα φορτισμένο άτομο σιδήρου. Το δεύτερο, φουμαρικός σίδηρος είναι ένας τύπος οξέος (φουμαρικό οξύ) συνδεδεμένο με ένα άτομο σιδήρου. Αυτές οι μορφές σιδήρου βρίσκονται στα συνηθέστερα συνταγογραφούμενα συμπληρώματα σιδήρου και είναι άμεσα διαθέσιμα στα περισσότερα φαρμακεία. Είναι επίσης οι λιγότερο απορροφήσιμες μορφές, και γι ‘αυτό το συμπλήρωμα σιδήρου έχει τη φήμη ότι επιβραδύνει την λειτουργία των εντέρων.

Γνωρίζουμε σίγουρα ότι τα συμπληρώματα με θειικό σίδηρο θα προκαλέσουν συχνότερα γαστρεντερικά συμπτώματα όπως δυσκοιλιότητα και άλλα συμπτώματα όπως : αέρια, φούσκωμα και καούρα.

Μία μικρή μελέτη έδειξε ότι τα συμπληρώματα θειικού σιδήρου προκαλούσε σημαντικά περισσότερες γαστρεντερικές παρενέργειες από ότι ένα εικονικό φάρμακο.

Μια άλλη μελέτη έδειξε ότι όσο μεγαλύτερη είναι η δόση, τόσο πιο σοβαρές είναι οι γαστρεντερικές διαταραχές.

Σε μια μελέτη του 2007, οι περισσότεροι συμμετέχοντες δεν γνώριζαν ότι υπάρχουν διαφορετικές μορφές σιδήρου διαθέσιμες σε συμπληρώματα και βασίστηκαν στους γιατρούς τους για να κάνουν τις κατάλληλες συστάσεις. Παρά την καλά τεκμηριωμένη σχέση μεταξύ δυσκοιλιότητας και αυτών των συνθέσεων, οι περισσότεροι γιατροί συνέστησαν παρασκευάσματα που περιέχουν φουμαρικό σίδηρο η θειικό σίδηρο. Αυτά τα παρασκευάσματα είναι συχνά τα φθηνότερα και πιο εύκολα διαθέσιμα στα φαρμακεία και είναι τόσο συχνά συνταγογραφούμενα επειδή συχνά έχουν τη μεγαλύτερη δόση σιδήρου ανά δισκίο.

Τα καλά νέα είναι ότι υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις: Πιθανότατα πιο απορροφήσιμα τα εξής :

  • Χημικό αμινοξύ
  • Διγλυκινικός σίδηρος
  • Δισθενής σίδηρος

Ο διγλυκινικός σίδηρος είναι ένα άτομο σιδήρου συνδεδεμένο σε δύο γλυκινικά μόρια. Τα σιδηρούχα αμινοξέα σιδήρου απορροφώνται εύκολα από το σώμα – περίπου 400% πιο απορροφήσιμα από το θειικό σίδηρο

Με την αυξημένη απορρόφηση, θα υπάρξει λιγότερος σίδηρος που ταξιδεύει στο παχύ έντερο, έτσι μπορούμε να υποθέσουμε ότι θα υπάρξουν λιγότερες παρενέργειες που σχετίζονται με το έντερο. Η βιβλιογραφία υποστηρίζει αυτή την πρόοδο – μια διπλή-τυφλή, τυχαιοποιημένη δοκιμή το 2013 έδειξε ότι τα χηλικά ένζυμα σιδήρου αμινοξέων έδωσαν πολύ λιγότερες ανεπιθύμητες παρενέργειες στις γυναίκες που έπασχαν από την εμμηνόπαυση, σε σύγκριση με τη συμπλήρωση θειικού σιδήρου. Και για να το αναπτύξουμε, τα χηλικά αμινοξέα μπορεί να έχουν πιο μακροχρόνια επίδραση στα επίπεδα σιδήρου. Μια μελέτη σχετικά με παιδιά σχολικής ηλικίας διαπίστωσε ότι ο δεσμευμένος με γλυκίνη σίδηρος συσχετίστηκε με υψηλότερα επίπεδα αποθήκευσης σιδήρου, όταν μετρήθηκε 6 μήνες μετά τη διακοπή του συμπληρώματος.Εδώ φαινεται και η σύνδεση με τη συμπλήρωση σιδήρου.

Είναι αναγκαίο να τονισθεί ότι δεν πρέπει να γίνεται λήψη συμπληρώματος σιδήρου όταν υπάρχει οξεία λοίμωξη όπως το κρυολόγημα, επειδή ο σίδηρος τροφοδοτεί τα βακτήρια και μπορεί να επιδεινώσει τη μόλυνση.

Εκτός από την πρόληψη της αναιμίας, ο σίδηρος είναι ένα διατροφικό συστατικό που απαιτείται για τη διατήρηση της γενικής ευημερίας, της ενέργειας και ενός υγιούς μεταβολισμού, επειδή βοηθά στην υποστήριξη της συνολικής κυτταρικής υγείας και εμπλέκεται σε πολλές ενζυμικές λειτουργίες. Ο σίδηρος παίζει ρόλο σε πολλές ενζυμικές αντιδράσεις που βοηθούν το σώμα μας να αφομοιώσει τα τρόφιμα και να απορροφήσει τα θρεπτικά συστατικά. Αυτές οι αντιδράσεις εξισορροπούν επίσης τα επίπεδα των ορμονών και υποστηρίζουν την καρδιά, το δέρμα, τα μαλλιά, τα νύχια και την μεταβολική υγεία.

Τα περισσότερα από τα 3-4 γραμμάρια στοιχειακού σιδήρου που υπάρχουν στο σώμα μας έχουν την μορφή αιμοσφαιρίνης. Ο υπόλοιπος σίδηρος αποθηκεύεται στο ήπαρ, στην σπλήνα και στον μυελό των οστών ή βρίσκεται στη μυοσφαιρίνη του μυϊκού ιστού.

Ο σίδηρος είναι αναγκαίος για 200 σχεδόν βιοχημικές αντιδράσεις στο σώμα και εμπλέκεται σε πολλές σημαντικές λειτουργίες, όπως η παραγωγή ενέργειας, η μεταφορά οξυγόνου, η ανοσοποιητική δραστηριότητα και η παραγωγή ορμονών, νευροδιαβιβαστών και DNA.Επομένως, ο οργανισμός χρειάζεται επαρκή επίπεδα για να εξασφαλιστεί η βέλτιστη συνολική υγεία.

Είναι ίσως εκπληκτικό το γεγονός ότι ένα ευρύ φάσμα ανθρώπων έχει αυξημένη ανάγκη για σίδηρο, συμπεριλαμβανομένων χορτοφάγων, γυναικών με εμμηνόρροια ή εγκύων, αθλητών, εφήβων, ηλικιωμένων, ατόμων με παθήσεις στο έντερο και εκείνων που παίρνουν ορισμένα φάρμακα (π.χ. από του στόματος αντισυλληπτικό χάπι, ασπιρίνη, αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, στεροειδή, αντιόξινα και αντιπηκτικά) .

Παράγοντες που θα επηρεάσουν την κατάσταση του σιδήρου στο σώμα περιλαμβάνουν την ποσότητα και τον τύπο του σιδήρου στη διατροφή και το πόσο απορροφάται στο λεπτό έντερο

Υπάρχουν δύο τύποι διατροφικού σιδήρου που ανήκουν σε προϊόντα κρέατος και μη, που υπάρχουν κυρίως σε φυτικά τρόφιμα. Η βιοδιαθεσιμότητα (η ποσότητα που μπορεί να απορροφηθεί και να χρησιμοποιηθεί) σιδήρου από αυτές τις μορφές είναι αρκετά διαφορετική.

Όσον αφορά τον μηχανισμό απορρόφησης, υπάρχουν δύο είδη διαιτητικού σιδήρου: αίμη και μη-αίμη σιδήρου. Στη διατροφή του ανθρώπου οι πρωτογενείς πηγές αιμικού σιδήρου είναι η αιμοσφαιρίνη και η μυοσφαιρίνη από την κατανάλωση κρέατος, πουλερικών και ψαριών, ενώ μη-αιμικός σίδηρος λαμβάνεται από τα δημητριακά, τα όσπρια, τα φρούτα, και τα λαχανικά.

Ενώ η απορρόφηση του σιδήρου του αιμικού (heem) είναι γενικά πολύ καλή, λιγότερος σίδηρος απορροφάται από πηγές που δεν ανήκουν στο αίμα λόγω της επίδρασης άλλων κοινών διαιτητικών ουσιών που αναστέλλουν την απορρόφηση σιδήρου (π.χ. φυτικά, πολυφαινόλες και τανίνες) και λόγω της μη διαλυτής δομής τους.

Ενώ η τακτική πρόσληψη σιδήρου στη διατροφή είναι σημαντική για τη διατήρηση επαρκών επιπέδων, όταν υπάρχει χαμηλή περιεκτικότητα σε σίδηρο, μπορεί να είναι δύσκολο να καταναλωθείαρκετή ποσότητα για να διατηρηθούν τα αποθέματα σιδήρου σε φυσιολογικό επίπεδο από τη διατροφή και μόνο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το σπιτικό συμπλήρωμα σιδήρου συνιστάται συνήθως για την αύξηση των αποθεμάτων σιδήρου.

Ωστόσο, οι συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με πολλές μορφές σιδήρου περιλαμβάνουν ναυτία, δυσπεψία, δυσκοιλιότητα και διάρροια. Αυτό συμβαίνει επειδή με πολλές μορφές σιδήρου, το χηλικό προϊόν (ο σίδηρος και η ουσία που συνδέεται με αυτό, απαραίτητη για την απορρόφηση) το μεγαλύτερο μέρος του σιδήρου δεν απορροφάται. Αυτό το μη απορροφημένο μέρος μπορεί να μεταβάλει τη μικροχλωρίδατου εντέρου (το μείγμα γενικότερα οργανισμών που ζουν στο έντερο).

Ο διγλυκινικός σιδηρος είναι μια μορφή μη σιδηρούχου σιδήρου που διέρχεται από το στομάχι και το λεπτό έντερο χωρίς να διασπαστεί. Έχει αποδειχθεί ότι απορροφάται αποτελεσματικότερα από άλλους τύπους χηλικών αλάτων σιδήρου σε υγιείς ανθρώπους με διαφορετικά επίπεδα σιδήρου.

Πολλές μελέτες κατέδειξαν επίσης ότι αυτή η ανώτερη βιοδιαθεσιμότητα παρουσιάστηκε με ουσίες συνήθεις στη διατροφή, οι οποίες αναστέλλουν φυσιολογικά την απορρόφηση σιδήρου εκτός του αιματίτη (δηλ. Πολυφαινόλες, φυτά και τανίνες). Λόγω της αυξημένης απορρόφησής του, μπορεί να είναι πιο προσιτό και αποτελεσματικότερο στην υποστήριξη της θρεπτικής διατροφής.

Πλεονεκτήματα :

1. Αποτρέπει την Αναιμία

Η αναιμία οφείλεται σε χαμηλή παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων και αιμοσφαιρίνης, επομένως το χαμηλό οξυγόνο φθάνει σε κύτταρα σε όλο το σώμα. Η αναιμία συνήθως εμφανίζεται σε χαμηλά επίπεδα, αλλά μπορεί επίσης να επηρεάσει πολλά μέρη του σώματος – από την κακή λειτουργία του εγκεφάλου έως τη χαμηλή ανοσία (ή την αδυναμία καταπολέμησης ασθενειών). Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ότι περίπου το ήμισυ των 1,62 δισεκατομμυρίων περιπτώσεων αναιμίας παγκοσμίως οφείλεται σε ανεπάρκεια σιδήρου, ενώ το άλλο μισό οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες.

Σύμφωνα με το Τμήμα Ανθρώπινης Υγείας στο Πολυτεχνείο της Βιρτζίνια και το Κρατικό Πανεπιστήμιο, η αναιμία αναπτύσσεται όταν τα άτομα έχουν ανεπαρκή πρόσληψη σιδήρου, μειωμένη απορρόφηση ή μεταφορά, φυσιολογικές απώλειες που συνδέονται με τη χρονολογική ή αναπαραγωγική ηλικία ή χρόνιες απώλειες αίματος δευτερογενώς σε σχέση με ασθένειες. Στους ενήλικες, η έλλειψη μπορεί να οδηγήσει σε μια ευρεία ποικιλία ανεπιθύμητων αποτελεσμάτων, συμπεριλαμβανομένης της μειωμένης ικανότητας άσκησης, της εξασθένησης της θερμορύθμισης, της ανοσολογικής δυσλειτουργίας, των διαταραχών της ΓΠ και της νευρογνωστικής εξασθένησης.

 

2. Υποστηρίζει τα επίπεδα ενέργειας:

Ο σίδηρος υποστηρίζει τη συνεχιζόμενη ενέργεια, βοηθώντας αρκετό οξυγόνο να φθάσει στα κύτταρα. Ο σίδηρος βοηθά επίσης στις διεργασίες του μεταβολικού ενζύμου που το σώμα διεξάγει για να αφομοιώσει τις πρωτεΐνες και να απορροφήσει τα θρεπτικά συστατικά από τα τρόφιμα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο μια ανεπάρκεια σιδήρου προκαλεί εξάντληση και πολλά άλλα συμπτώματα συμπεριλαμβανομένης της αίσθησης υποτονικότητας.

Η ανεπάρκεια σιδήρου εμφανίζεται συχνά σε συμπτώματα όπως χαμηλή συγκέντρωση, αλλαγές στη διάθεση και προβλήματα με το συντονισμό των μυών. Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για την κίνηση των μυών, επειδή βοηθά στην αποθήκευση του οξυγόνου στους μυς που τους επιτρέπει να κινηθούν και να ενισχυθούν.

 

3. Βοηθά στην διατήρηση της γνωστικής λειτουργίας:

Ο σίδηρος είναι μια κορυφαία τροφή για τον εγκέφαλο, καθώς χρειάζεται για την υποστήριξη της λειτουργίας του εγκεφάλου, επειδή μεταφέρει οξυγόνο στον εγκέφαλο. Στην πραγματικότητα, περίπου το 20% του συνόλου του οξυγόνου στο σώμα χρησιμοποιείται από τον εγκέφαλο. Επομένως, μια ανεπάρκεια σιδήρου μπορεί να βλάψει τη μνήμη ή άλλες ψυχικές λειτουργίες. Σε βρέφη και παιδιά, μια ανεπάρκεια μπορεί να προκαλέσει ψυχοκινητικές και γνωστικές ανωμαλίες που έχουν τη δυνατότητα να οδηγήσουν σε μαθησιακά προβλήματα.

 

4. Υποστηρίζει την ανάπτυξη:

Η έλλειψη σιδήρου μπορεί να καθυστερήσει την κανονική λειτουργία της κίνησης – δηλαδή την ικανότητα να συνδέει τις σκέψεις με τις δραστηριότητες και την κίνηση – καθώς και τις ψυχικές λειτουργίες όπως η εκμάθηση και η επεξεργασία νέων πληροφοριών.

 

5. Χρειάζεται για μια υγιή εγκυμοσύνη:

Η έλλειψη σιδήρου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνει τον κίνδυνο για τον πρόωρο τοκετό και επίσης για το νεογέννητο ώστε να μην αναπτύσσεται σωστά. Δυστυχώς, τα μωρά που γεννιούνταν πρόωρα είναι γνωστό ότι έχουν περισσότερα προβλήματα υγείας κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων ζωής τους και μπορεί να παρουσιάσουν καθυστερημένη ανάπτυξη και γνωστική ανάπτυξη.

Οι περισσότερες έγκυες γυναίκες πρέπει να συμβουλεύονται ειδικούς για την πρόσληψη τροφών πλούσιων σε σίδηρο και να λαμβάνουν συμπληρώματα, διότι η ανεπαρκής πρόσληψη σιδήρου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνει τον κίνδυνο μιας αναιμίας που προκαλείται από ανεπάρκεια σιδήρου. Η χαμηλή πρόσληψη αυξάνει επίσης τον κίνδυνο του βρέφους να γεννηθεί με χαμηλό βάρος, πρόωρη γέννηση, χαμηλά αποθέματα σιδήρου και εξασθενημένη γνωστική και συμπεριφορική εξέλιξη.

Μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το Τμήμα Διατροφής για την Υγεία και την Ανάπτυξη των ΗΠΑ, διαπίστωσε ότι η λήψη συμπληρωμάτων σιδήρου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σχετίζεται με κίνδυνο εμφάνισης νεογνού χαμηλού βάρους κατά 8,4%, σε σύγκριση με κίνδυνο 10,2% όταν η μητέρα δεν συμπληρώνει με σίδηρο . Το μέσο βάρος γέννησης στη μελέτη του ΠΟΥ ήταν 31 g. υψηλότερη στα βρέφη των οποίων οι μητέρες έλαβαν καθημερινά συμπληρώματα σιδήρου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, σε σύγκριση με το βάρος των βρεφών των μητέρων που δεν έλαβαν σίδηρο.

6. Υποστηρίζει το ανοσοποιητικό σύστημα:

Ο σίδηρος χρειάζεται να αφομοιωθεί σωστά και να απορροφήσει άλλες θρεπτικές ουσίες από τα τρόφιμα, λόγω του ρόλου του στο μεταποιημένο ένζυμο που έχει υποστεί επεξεργασία. Επιπλέον, ο σίδηρος βοηθά να μεταφέρει αρκετό οξυγόνο σε κατεστραμμένες περιοχές του σώματος, συμπεριλαμβανομένων των κατεστραμμένων ιστών, οργάνων και κυττάρων που είναι επιρρεπείς σε λοιμώξεις ή στην ανάπτυξη ασθενειών.

7. Βοηθά στη διατήρηση θετικής διάθεσης:

Οι λειτουργίες των νευροδιαβιβαστών που υποστηρίζουν μια θετική διάθεση βασίζονται σε επαρκή επίπεδα σιδήρου μέσα στο αίμα. Η διάθεση βασίζεται στην ισορροπία των ορμονών – συμπεριλαμβανομένης της σεροτονίνης, της ντοπαμίνης και άλλων ζωτικών ορμονών – που δεν μπορούν να συντίθενται σωστά στον εγκέφαλο όταν τα επίπεδα οξυγόνου είναι χαμηλά.Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο η έλλειψη σιδήρου έχει ως αποτέλεσμα την κακή διάθεση, τον κακό ύπνο, τα χαμηλά επίπεδα ενέργειας και την έλλειψη κινήτρων. Όταν παρατηρούνται αλλαγές στη διάθεση και συναισθήματα ήπιας κατάθλιψης ή άγχους, μια ανεπάρκεια σιδήρου θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβάλει.

8. Αποτρέπει το Σύνδρομο Ανήσυχων Ποδιών:

Τέλος η έλλειψη σιδήρου είναι μία από τις αιτίες του συνδρόμου ανήσυχων ποδιών, που μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές διαταραχές του ύπνου. Ο σίδηρος βοηθά στη μεταφορά αρκετού οξυγόνου στους μύες, οι οποίοι μειώνουν τους μυϊκούς σπασμούς και τον πόνο.